Day: March 18, 2025

Πρώτες Μέρες στο Σχολείο…..

Οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη είναι ήδη εδώ. Φέρνουν μαζί τους τη νοσταλγία του καλοκαιριού, εικόνες επιστροφής στη ρουτίνα, σηματοδοτούν την αρχή της φθινοπωρινής μελαγχολίας. Μικροί και μεγάλοι επιστρέφουν στα καθήκοντά τους. Κάποιοι από τους μικρούς, για πρώτη φορά.

Το ζήτημα που τίθεται για όλους μας, είτε πρόκειται για επιστροφή στις επαγγελματικές υποχρεώσεις, είτε πρόκειται για επιστροφή στο σχολείο, είτε για πρώτη επαφή με αυτό, είναι αυτό του αποχωρισμού. Στην περίπτωση των παιδιών, ο αποχωρισμός αφορά όχι μόνο στο γονιό, και την μεταξύ τους σχέση, την οποία απολάμβαναν μένοντας σπίτι, αλλά και στον αποχωρισμό από την ραστώνη, τις διακοπές, την ξεγνοιασιά του καλοκαιριού, τη θάλασσα και τις καλοκαιρινές εικόνες. Το σχολείο είναι το επισφράγισμα της λήξης όλων αυτών των όμορφων εμπειριών, γι’ αυτό και η προσαρμογή σε αυτό δεν είναι εύκολη διαδικασία.  Επιπλέον, στο ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς, μαζί με τον αποχωρισμό συνυπάρχει και η αγωνία του καινούριου. Το περιβάλλον και η συνθήκη στην οποία εισάγεται το παιδί είναι άγνωστες. Υπάρχουν αγωνίες για τον αν το περιβάλλον του παιδικού σταθμού θα είναι εξίσου φιλικό  και ζεστό όπως το σπίτι, αν οι δασκάλες θα είναι καλές, και θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες του τόσο ικανοποιητικά όσο οι γονείς του, αν τα παιδιά θα είναι φιλικά και θα αποδεχτούν την παρουσία του. Οι αντιδράσεις των πρώτων ημερών, τα κλάματα και τα παράπονα που μπορεί να αρχίζουν από το σπίτι και να κορυφώνονται στην είσοδο του παιδικού σταθμού είναι φυσικές και αναμενόμενες συμπεριφορές με αφορμή τη νέα συνθήκη. Πολλές φορές μάλιστα όλες αυτές οι αντιδράσεις προκύπτουν από αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με το νόημα της όλης διαδικασίας. Το παιδί δεν κατανοεί γιατί πρέπει να αποχωριστεί τον γονιό, γιατί είναι καλό το να πάει στον παιδικό σταθμό. Κάθε παιδί, προσπαθεί να εξηγήσει αυτήν την αλλαγή, γιατί είναι κάτι ακατανόητο. Αναρωτιέται γιατί η μαμά και ο μπαμπάς το έφεραν εκεί, μήπως τελικά αυτός είναι ένας τρόπος να απαλλαγούν από την παρουσία του? Χρειάζεται επομένως μια καλή προετοιμασία γι’ αυτήν την τόσο σημαντική εμπειρία, ώστε να μην δοθεί στο παιδί η λάθος εντύπωση για τους λόγους της αλλαγής, ώστε να ξεκαθαριστεί το «αυτονόητο», να κατανοήσει δηλαδή ότι είναι μια κίνηση προς όφελός του και όχι ένα «ξεφόρτωμά» του σε κάποιον άλλον.

Την ίδια στιγμή, οι γονείς έχουν κι αυτοί τις δικές τους αγωνίες και τα δικά τους συναισθήματα γι’ αυτόν τον αποχωρισμό. Συχνά είναι αμφίθυμοι για το νέο βήμα του παιδιού: γνωρίζουν ότι η εμπειρία του παιδικού σταθμού είναι σημαντική για εκείνο και βοηθητική για τους ίδιους αλλά την ίδια στιγμή καλούνται να αντέξουν και να επεξεργαστούν τα αντικρουόμενα συναισθήματα που τους προκαλεί. Η αντίφαση που βιώνουν αφορά από την μια ένα αίσθημα υπερηφάνειας προς το παιδί τους που μεγαλώνει, κοινωνικοποιείται και λειτουργεί μέσα σε ένα σύνολο, ολοένα και πιο ανεξάρτητο από την προσοχή και την έγνοια τους, την ίδια όμως στιγμή καλούνται να συνηθίσουν την απουσία του από τη φροντίδα και τα χάδια τους τις ώρες που αυτό βρίσκεται στον παιδικό σταθμό. Γονείς και παιδιά θα λέγαμε ότι «συμπάσχουν» στη διαδικασία της προσαρμογής, έρχονται αντιμέτωποι με παρόμοια συναισθήματα, σκέψεις και αγωνίες, όπως αν συνεχίζουν να υπάρχουν στο μυαλό του παιδιού όσο αυτό είναι μακριά, ή αν παραμένουν εξίσου σημαντικοί ή έχουν υποκατασταθεί όσο απουσιάζουν. Ερωτήματα που πολλές φορές δεν μπαίνουν σε λόγια, αλλά είναι σημαντικό να αναγνωρίζονται για να μπορούν να απαντώνται και για τις δυο πλευρές. Όσο περισσότερο ο γονιός παραμένει σε επαφή με τις δικές του ανησυχίες, θα μπορεί καλύτερα να υποψιαστεί και να καθησυχάσει τις αντίστοιχες αγωνίες του παιδιού. Υπό αυτό το πρίσμα, διαφαίνεται ότι πολλές από τις αντιδράσεις των παιδιών- τα κλάματα, οι φωνές στην είσοδο του παιδικού σταθμού- γίνονται ενίοτε και για το «χατίρι» των γονιών. Είναι ακριβώς το σημείο όπου τα συναισθήματα του παιδιού μπλέκονται με αυτά του γονιού. Το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να δεχτεί τον παιδικό σταθμό, αλλά την ίδια στιγμή να αντιλαμβάνεται την αγωνία και τη λαχτάρα του γονιού που δυσκολεύεται να το αποχωριστεί. Τείνει τότε να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στις αντιδράσεις του για να επιβεβαιώσει στον γονιό το πόσο σημαντικός παραμένει, ώστε να τον καθησυχάσει ότι δεν τον ξεχνάει και ότι δεν περνάει και τόσο καλά χωρίς εκείνον.

Στο διάστημα της προσαρμογής τα συναισθήματα και των δύο πλευρών μπορεί να είναι τόσο έντονα ώστε να φέρουν το γονιό στο σημείο ακόμη και να αμφιβάλλει για το κατά πόσο ήταν σωστή η απόφασή του να στείλει το παιδί στον παιδικό σταθμό, μήπως τελικά δεν το ωφελεί- όλα υπό το καθεστώς της αναταραχής και των ενοχών που μπορεί να του δημιουργούν οι αντιδράσεις του παιδιού. Η ψύχραιμη εκτίμηση της κατάστασης, των αναγκών και των αντιδράσεων του παιδιού, καθώς και η σταθερότητα στην αντιμετώπισή τους αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση ως προς την  προσαρμογή του παιδιού, η οποία σχετίζεται άμεσα με το βαθμό στον οποίο μπορεί να εμπιστευθεί το χώρο, τους νέους ανθρώπους με τους οποίους έρχεται σε επαφή. Αν ο ίδιος ο γονιός δυσπιστεί ως προς τις προδιαγραφές του χώρου και την ικανότητα των παιδαγωγών, το όλο εγχείρημα υπονομεύεται. Επιπλέον, συχνά ο γονιός μπορεί να σαμποτάρει άθελά του την όλη προσπάθεια, παρασυρόμενος, όπως προαναφέρθηκε από τα δικά του συναισθήματα, υποκύπτοντας ενίοτε στις αντιδράσεις και τους χειρισμούς του παιδιού, υποχωρώντας  κατά διαστήματα στο αίτημά του να μην πάει σχολείο. Κι όταν η εκάστοτε παραμονή του στο σπίτι μετατρέπεται σε μια μικρή «γιορτή», μιας και  ο γονιός απολαμβάνει εξίσου την παρουσία του μικρού στο σπίτι, τότε η επιστροφή του στο σχολείο καθίσταται ακόμα πιο δύσκολη και οδυνηρή, γιατί είναι σαν να του θυμίζουμε τί χάνει όταν φεύγει μακριά.

Ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στην οικογένεια, όπως η ύπαρξη ή και ο ερχομός ενός δεύτερου παιδιού καθιστούν τον αποχωρισμό από τους γονείς ακόμα πιο επώδυνο, καθώς επιτείνουν την ανησυχία του παιδιού για το τί αφήνει πίσω του, για το κατά πόσο τα πράγματα θα παραμείνουν ίδια με την επιστροφή του ή μήπως με την απουσία του αφήνει στο δεύτερο παιδί όλο το περιθώριο να απολαύσει μια αποκλειστική σχέση με την μητέρα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια από τη μεριά του γονιού στο να κατανοήσει την δυσκολία και την ακόλουθη αναστάτωση του παιδιού σχετικά με τον αποχωρισμό από το σπίτι, αλλά και τη συμβολή του στο να βάλει σε λόγια τις αγωνίες του, να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για να τις κατανοήσει και να τις αντέξει.

Κατανοούμε λοιπόν, ότι η έννοια του προβλεπόμενου χρόνου προσαρμογής ενός παιδιού που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τον παιδικό σταθμό, είναι κάτι που ορίζεται από τις υποκειμενικές συνθήκες και ανάγκες του κάθε παιδιού. Σε γενικές γραμμές, ένα διάστημα προσαρμογής είναι αναμενόμενο, ωστόσο δεν υπάρχουν κανόνες ως προς την διάρκειά του. Το κάθε παιδί έχει τους δικούς του ρυθμούς και τις δικές του ανάγκες, καθώς και τον δικό του τρόπο επεξεργασίας και αφομοίωσης ενός καινούριου περιβάλλοντος, τις οποίες οφείλουμε να σεβαστούμε και να ακολουθήσουμε προκειμένου να το βοηθήσουμε να ανταπεξέλθει στην καινούρια συνθήκη. Μικρές κατακτήσεις στην προσαρμογή του παιδιού στο νέο περιβάλλον χρειάζεται να επισημαίνονται και να αναγνωρίζονται ως σημαντικά  βήματα που θα οδηγήσουν σιγά σιγά στην τελική κατάκτηση. Κάποιες συμπεριφορές του παιδιού, όπως το να δεχτεί να κοιμηθεί ή να φάει στον χώρο του παιδικού σταθμού είναι δείγματα ότι έχει αρχίσει να αποδέχεται το νέο μέρος ως κάτι πιο μόνιμο αλλά και εμπιστεύσιμο, όπως και το να συζητάει για τον παιδικό σταθμό και τις εκεί εμπειρίες του, τις ώρες που βρίσκεται στο σπίτι-δείγμα ότι αντέχει να κρατήσει την εμπειρία στο μυαλό του αλλά και να την μεταφέρει στο γονιό. Μικρές κατακτήσεις του παιδιού ως προς την προσαρμογή του μπορεί να μοιάζει ότι χάνονται για λίγο όταν μεσολαβεί η απουσία του Σαββατοκύριακου, ή κάποιες αργίες. Το παιδί συχνά χρειάζεται πάλι κάποιο χρόνο για να ξανασυνηθίσει τον αποχωρισμό από το σπίτι και τους γονείς, και να ενταχθεί στην ομάδα.

Ο χειρισμός της όλης κατάστασης απαιτεί υπομονή, εμπιστοσύνη προς τον παιδικό σταθμό, αλλά και σταθερότητα προς το παιδί. Χρειάζεται ψυχραιμία για να εκτιμήσουμε τις αντιδράσεις του παιδιού αλλά και τα δικά μας συναισθήματα έτσι ώστε να συμβάλλουμε αποτελεσματικά στο να κατανοήσει την αλλαγή που έχει προκύψει και να ξεπεράσει τη δυσκολία του.

 

Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος MA

Τα σημάδια που θα σας οδηγήσουν στον Eργοθεραπευτή

Σύμφωνα με τον Αμερικανικό Σύλλογο Εργοθεραπευτών, πρέπει να αναζητήσετε εργοθεραπευτική αξιολόγηση αν το παιδί σας παρουσιάζει τρεις ή περισσότερες από τις παρακάτω δυσκολίες:

 

  • Δεν παίζει με τα παιχνίδια της ηλικίας του. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να σημαίνει ότι το παιδί δεν ενδιαφέρεται γι’ αυτά (επειδή π.χ. αντιμετωπίζει κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα) ή ότι δεν τα καταφέρνει (επειδή π.χ. είναι λίγο πιο πίσω αναπτυξιακά σε σχέση με την ηλικία του).
  • Δυσκολεύεται να αυτοεξυπηρετηθεί. Δεν έχει δηλαδή, ανάλογα με την ηλικία του, τις κατάλληλες δεξιότητες ώστε να φάει μόνο του, να βάλει τα ρούχα ή τα παπούτσια του, να πάει στην τουαλέτα κλπ.
  • Μοιάζει αδύναμο, έχει δηλαδή ελαττωμένο μυϊκό τόνο. Πρόκειται για ένα παιδί που φαίνεται να μην έχει αντοχή, που είναι χαλαρό-πλαδαρό.
  • Πέφτει εύκολα κάτω.
  • «Τρακάρει» πάνω σε άλλους ή σε έπιπλα.
  • Χτυπάει εύκολα, επειδή δυσκολεύεται να εκτιμήσει τη θέση του σώματός του στο χώρο.
  • Σπάει συχνά τα παιχνίδια του.
  • Δεν του αρέσει να πηδάει, να κάνει κούνια.
  • Δυσκολεύεται να ζωγραφίσει μέσα σε πλαίσιο, να κάνει παζλ ή να κόψει με το ψαλίδι στο νηπιαγωγείο.

Παρουσιάζει καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και της ομιλίας του.

  • Η ομιλία του είναι δυσνόητη και χωρίς σωστή άρθρωση.
  • Είναι υπερκινητικό και δεν μπορεί να ησυχάσει.
  • Δεν του αρέσουν οι αγκαλιές, το μπάνιο, το κόψιμο των νυχιών ή το κούρεμα των μαλλιών, ίσως επειδή δεν του αρέσει να το αγγίζουν.
  • Είναι πολύ ευαίσθητο σε οσμές, γεύσεις, θορύβους ή αγγίγματα.
  • Αποφεύγει την παιδική χαρά.
  • Έχει δυσκολίες στον ύπνο.
  • Λερώνεται υπερβολικά, επειδή π.χ. δυσκολεύεται να χρησιμοποιήσει το πιρούνι για να φάει, ή δεν τρώει κάποιες βασικές τροφές.
  • Δεν μπορεί να συγκεντρωθεί ή συγκεντρώνεται υπερβολικά σε μία δραστηριότητα, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να μεταβεί σε άλλη.
  • Χρειάζεται περισσότερη εξάσκηση από άλλα παιδιά για να μάθει καινούργια πράγματα.
  • Αντιστρέφει γράμματα και αριθμούς, δεν αφήνει διαστήματα μεταξύ των γραμμάτων και των λέξεων που γράφει, συνήθως στην Α΄ δημοτικού.
  • O γραφικός του χαρακτήρας είναι πολύ κακός.
  • Κουράζεται εύκολα με τις σχολικές του εργασίες.
  • Δυσκολεύεται να ακολουθήσει προφορικές οδηγίες.
  • Έχει μειωμένη αυτοπεποίθηση.
  • Δεν έχει φίλους της ίδιας ηλικίας και προτιμά να παίζει με μικρότερα ή με μεγαλύτερα παιδιά.

 

Αγγελική Κοντούκα,  Εργοθεραπεύτρια

Παιδιατρική Εργοθεραπεία

Η εργοθεραπεία ασχολείται με την προώθηση της υγείας μέσω της χρήσης σκόπιμων δραστηριοτήτων. Ο κύριος σκοπός της είναι να βοηθήσει τα άτομα να επιτύχουν το μέγιστο επίπεδο λειτουργικότητας και ανεξαρτησίας σε όλες τις πλευρές της ζωής τους ( World Federation Occupational Therapists , 1994 ).

H εργοθεραπεία στα παιδιά δραστηριοποιείται, στοχεύει και δίνει λύσεις σε προβλήματα που αφορούν βασικούς άξονες της φυσιολογικής ανάπτυξης. Έτσι, οι εργοθεραπευτές βοηθούν το παιδί με ωφέλιμες και σκόπιμες δραστηριότητες να βελτιώσει τις γνωστικές και κινητικές του δεξιότητες, να ενισχύσει την αυτο-εκτίμησή του και την αίσθηση της επίτευξης και να ολοκληρώσει τις δραστηριότητες καθημερινής ζωής του (προσωπική φροντίδα, παιχνίδι, σχολείο ). Έχει ως κύριο στόχο την λειτουργικότητα και την αυτονομία του παιδιού στους τομείς της ζωής του ανάλογα με την χρονολογική του ηλικία.

Η εργοθεραπεία εμπλέκει τη “θεραπευτική” χρήση της εργασίας, της αυτοεξυπηρέτησης και των δραστηριοτήτων παιχνιδιού με σκοπό να αυξήσει την αυτόνομη λειτουργία, να προωθήσει την ανάπτυξη και να προλάβει την αναπηρία. Μπορεί να συμπεριλάβει την προσαρμογή της δραστηριότητας ή του περιβάλλοντος ώστε να πετύχει το μέγιστο της ανεξαρτητοποίησης και να προωθήσει την ποιότητα ζωής (ΑΟΤΑ Executive Board, 1976). Στην Εργοθεραπεία χρησιμοποιείτε το παιχνίδι ως μέσο παρέμβασης για να  επιτύχουμε ενεργητική συμμετοχή του παιδιού στις δραστηριότητες του θεραπευτικού του προγράμματος. Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά ανταποκρίνονται με χαρά, δεκτικότητα και αποτελεσματικότητα . Γίνεται χρήση πολλών παιχνιδιών όπως μπάλες, πλαστελίνη, υλικά για κατασκευές και ζωγραφική, παζλ, κούνιες, σχοινάκια κ.ά.

 

Οι τομείς που παρεμβαίνει η Εργοθεραπεία είναι:

Κινητικές δεξιότητες (λεπτή και αδρή κινητικότητα)

  Λεπτή κινητικότητα

  • λεπτοί χειρισμοί δακτύλων και χεριών
  • τη δύναμη των μυών, τη σταθερότητα και τη θέση των άκρων
  • τις γραφοκινητικές δεξιότητες (λαβή, κράτημα μολυβιού)
  • τον έλεγχο του καρπού και του βραχίονα
  • τη λαβή και χρήση του ψαλιδιού
  •  αντιγραφή σχημάτων
  •  οπτικοκινητικός συντονισμός – οπτική αντίληψη

Αδρή κινητικότητα

  • την ικανότητα να πιάνει και να παίζει με τη μπάλα
  • την ισορροπία του σώματος
  • πηδηματάκια
  • τον κινητικό συντονισμό

Γνωστικές δεξιότητες

Αντίληψη, οργάνωση, μνήμη, συγκέντρωση – προσοχή, μίμηση, εκφραστικές – εκτελεστικές  ικανότητες, ανάπτυξη ικανοτήτων – δεξιοτήτων – εννοιών, οπτική – ακουστική αντίληψη, προσανατολισμός στο χώρο και στο χρόνο.

  • συγκέντρωση προσοχής
  • μνήμη
  • ολοκλήρωση μιας δραστηριότητας
  • κατηγοριοποίηση
  • συσχέτιση

Κοινωνικές δεξιότητες

Βλεμματική επαφή, εγγύτητα, προσαρμογή σε αλλαγές, κανόνες, κοινωνική ανταπόκριση κλπ.

  •  αυτοεκτίμηση και αυτοσεβασμός
  • συνεργασία
  • οριοθέτηση
  • ανάληψη ρόλων

Επικοινωνία

Λειτουργίες επικοινωνίας, δεξιότητες συζήτησης.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

Ανάπτυξη δραστηριοτήτων απαραίτητων για την αυτοεξυπηρέτηση και αυτονόμηση του παιδιού στην καθημερινότητα.

  •  ένδυση – απόδυση
  •  διαχείριση χρημάτων
  •  σίτιση
  •  εκπαίδευση στην τουαλέτα

Αγγελική Κοντούκα, Εργοθεραπεύτρια

Δυσκολίες στην γραφή: ποια παιχνίδια μπορούν να βοηθήσουν;

Οι δυσκολίες στον τομέα της γραφής αποτελούν συχνά ένα σημαντικό λόγο παραπομπής παιδιών σε Εργοθεραπευτή. Η γραφή είναι μια από τις πιο σημαντικές δεξιότητες που αποκτούν,αναπτύσσουν και χρησιμοποιούν τα παιδιά καθ όλη τη διάρκεια των σχολικών τους χρόνων. Στις μέρες μας, λόγω της βιασύνης μας να ξεκινήσει το παιδί να γράφει, συχνά παραβλέπουμε πόσο σημαντικό ρόλο παίζουν οι βασικές πρώιμες ικανότητες. Ο γραφοκινητικός συντονισμός προϋποθέτει την κατάλληλη ανάπτυξη αισθητικοκινητικών, αντιληπτικών, γνωστικών και οπτικών δεξιοτήτων.

Δεξιότητες απαραίτητες για την ανάπτυξη σωστού πρότυπου λαβής (τριποδική λαβή):

  • Ισορροπία κορμού και αυχένα: η ικανότητα του παιδιού να μπορεί να καθίσει μόνο του και να χρησιμοποιεί ελεύθερα τα χέρια του για να κρατήσει τα όργανα γραφής χωρίς να χρειάζεται υποστήριξη ο κορμός ή το κεφάλι.
  • Σταθερότητα ώμου: σταθεροποίηση του ώμου ώστε να μπορεί να υποστηρίξει τον πήχη, τον καρπό και το χέρι όταν θα κρατάει το μολύβι.
  • Έλεγχος του πήχη: η ικανότητα μετακίνησης του πήχη από θέση πρηνισμού σε ουδέτερη θέση και θέση υπτιασμού, με ομαλό τρόπο και κατάλληλο έλεγχο της κίνησης.
  • Σταθερότητα καρπού: ώστε να μπορεί να σταθεροποιήσει την παλάμη και τα δάχτυλα.
  • Λεπτή κινητικότητα: η ικανότητα να χειριζόμαστε μικρά αντικείμενα, όπως χάντρες, κουμπιά, κορδόνια, συνδετήρες και μολύβια.
  • Αμφίπλευρος συντονισμός: η ικανότητα να χρησιμοποιούμε ταυτόχρονα και τις δυο πλευρές του σώματος μας.
  • Οπτικοκινητικός συντονισμός: η ικανότητα να ελέγχουμε την κίνηση των χεριών με τα μάτια μας, έτσι ώστε τα χέρια και τα μάτια να μπορούν να λειτουργούν ταυτόχρονα (αντιγραφή από τον πίνακα).
  • Οπτική αντίληψη: η ικανότητα ερμηνείας των οπτικών πληροφοριών. Η οπτική διάκριση διαφορών (πχ. 3 και ε), η οπτική μνήμη γραμμάτων, αριθμών και λέξεων.

Παιχνίδια / Δραστηριότητες προώθησης γραφοκινητικού συντονισμού

  •  Παιχνίδια με μπάλες διάφορων μεγεθών με τα χέρια ή με ρακέτες ή ρόπαλο! Βόλεϊ με μπαλόνι. Αργότερα χτυπάμε το μπαλόνι με ρακέτα.
  • Χρωμάτισμα με δαχτυλομπογιές, κιμωλίες διαφόρων μεγεθών και πινέλα σε κάθετο επίπεδο πχ. σε πίνακα ή σε τοίχους
  •  Μεταφορά μπάλας μικρού μεγέθους πάνω σε κουτάλι χωρίς να πέφτει
  • Παιχνίδια με πλαστελίνη, με άμμο, με πηλό, με αλεύρι, με αφρό
  • Κόψιμο με ψαλίδι διάφορων υλικών
  • Ενώστε χάντρες: χρησιμοποιείστε κάποιο υπάρχον μοτίβο ή φτιάξτε επαναλαμβανόμενα, δικά σας μοτίβα.
  • Ενώστε μακαρόνια, κομμένα καλαμάκια, Cheerios (κυλινδρικά δημητριακά).
  • Παιχνίδια διπλώματος χαρτιού (οριγκάμι)
  •  Κατασκευές παζλ
  • Bowling και παιχνίδια στόχων

 

Αγγελική Κοντούκα, Εργοθεραπεύτρια

Ορόσημα Ανάπτυξης στις Ηλικίες 2-5 Ετών

Επειδή κάθε παιδί αναπτύσσεται με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο, είναι αδύνατο να πει κανείς ακριβώς πότε ή πώς το παιδί σας θα αναπτύξει τέλεια μια συγκεκριμένη δεξιότητα. Τα αναπτυξιακά ορόσημα μπορούν να σας δώσουν μια γενική ιδέα για τις αλλαγές που μπορείτε να περιμένετε, αλλά μην ανησυχήσετε αν η ανάπτυξη του μωρού σας έχει μια ελαφρώς διαφορετική πορεία.

Από τη γέννηση ενός παιδιού και μέχρι την ηλικία των 5 ετών εξελίσσονται τα πιο σημαντικά στάδια ανάπτυξης τα οποία θα σηματοδοτήσουν τη μετέπειτα εξέλιξη του παιδιού σε διάφορους τομείς. Τα στάδια ανάπτυξης αφορούν κυρίως τον συναισθηματικό, οπτικοκινητικό, γλωσσικό, γνωστικό και κοινωνικό τομέα. Είναι πολύ σημαντικό για ένα παιδί να το παροτρύνουμε να μάθει να αυτοεξυπηρετείται από πολύ μικρή ηλικία. Αυτό θα το βοηθήσει σε όλη την μετέπειτα ζωή του σε πολλούς τομείς όπως,

  • λεπτή κινητικότητα
  • αδρή κινητικότητα
  • λόγος
  • κοινωνικοποίηση

Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς τόσο η αδρή όσο και η λεπτή κινητικότητα είναι απαραίτητα «εφόδια» στην μετέπειτα ανάπτυξη του παιδιού και η ανάπτυξη τους ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Το σίγουρο είναι ότι το να μάθει να αυτοεξυπηρετείται απαιτεί από τους γονείς πλεόνασμα υπομονής, χρόνου και κόπου. Αλλά να είστε βέβαιοι ότι οι προσπάθειες που κάνετε τώρα, όταν το παιδί προσπαθεί να ζήσει με μεγαλύτερη αυτονομία όλες τις πτυχές της ζωής του θα ανταμειφθούν. Η νέα κατάκτηση θα εδραιωθεί γρήγορα και το πέρασμα θα γίνει με τρόπο ουσιαστικά «ανώδυνο».

2-3 ετών

Κίνηση

  1. Το παιδί ανεβαίνει – κατεβαίνει σκάλες με βοήθεια.
  2. Κάνει πηδηματάκια επιτόπου στο πάτωμα.
  3. Ανοίγει πόρτες. Γυρίζει πόμολα και χερούλια.
  4. Σκαρφαλώνει στα έπιπλα.
  5. Χτίζει πύργο με 6 κύβους.
  6. Πιάνει το μολύβι με τον αντίχειρα και τον δείκτη, ακουμπώντας το στο μέσο.

Κοινωνικότητα, Αντίληψη

  1. Αντιγράφει αυτά που κάνουν οι μεγάλοι.
  2. Διαλέγει τα παιχνίδια του. Ξέρει να τα χρησιμοποιεί σωστά.
  3. Λέει ότι θέλει να ουρήσει.
  4. Φτιάχνει puzzle με 3 κομμάτια.
  5. Αντιγράφει κύκλο.
  6. Ταυτίζει 3 χρώματα.
  7. Συνεργάζεται με αυτό που του λέει ο γονιός, τις μισές περίπου φορές.
  8. Κάθεται να ακούσει μουσική ή ένα παραμύθι για 5-10 λεπτά.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

  1. Ελέγχει την σιελόρροια.
  2. Τρώει μόνο του με το κουτάλι και πίνει νερό από το ποτήρι, λερώνοντας λίγο.
  3. Πίνει το γάλα του από ποτηράκι και χρησιμοποιεί καλαμάκι. Έχει κόψει το μπιμπερό.
  4. Πλένει, σκουπίζει τα χέρια του
  5. Βουρτσίζει τα δόντια του μιμούμενο.
  6. Βάζει τα παπούτσια του.
  7. Βγάζει κάλτσες, παπούτσια, παντελόνι.
  8. Βάζει κάλτσες, μπουφάν ή ζακέτα.

Λόγος

  1. Χρησιμοποιεί μια λέξη για να εκφράσει την ανάγκη του για την τουαλέτα.
  2. Χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο του ενικού, όταν αναφέρεται σε κάτι που κάνει το ίδιο τη στιγμή που μιλάει (πχ. παίζω, τρώω).
  3. Το παιδί ρωτά συνεχώς ερωτήσεις. Τι είναι αυτό, τι είναι το άλλο κτλ.
  4. Χρησιμοποιεί φράσεις 2 λέξεων.

 

3-4 ετών

 

Κίνηση

  1. Το παιδί στέκεται στο ένα πόδι για λίγη ώρα.
  2. Κάνει ποδήλατο με τρεις ρόδες.
  3. Χτίζει πύργο με εννέα κύβους.
  4. Κάνει ψαλιδιές.
  5. Ανεβαίνει σκάλες, ένα πόδι στο κάθε σκαλί.
  6. Πιάνει με τα δυο του χέρια μια μπάλα όταν του την πετάνε.

Κοινωνικότητα, Αντίληψη

  1. Ξέρει να διακρίνει το μεγάλο, το μικρό.
  2. Ονομάζει τις εικόνες που βλέπει σε παιδικά βιβλία.
  3. Γνωρίζει τη μέρα από τη νύκτα.
  4. Κάνει αυτό που του ζητάνε 3 στις 4 φορές.
  5. Μετράει ως το 3.
  6. Προσθέτει χέρια ή πόδια σε μισοτελειωμένο άνθρωπο.
  7. Ονομάζει 3 χρώματα.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

  1. Το παιδί ελέγχει τους σφιγκτήρες (παραμένουν στεγνά – ελέγχουν την αφόδευση) κατά τη διάρκεια της ημέρας.
  2. Πολλά παιδιά ελέγχουν τους σφιγκτήρες και τη νύκτα.
  3. Έχει κόψει την πιπίλα.
  4. Τρώει τελείως ανεξάρτητα όλα τα γεύματα.
  5. Ρουφάει με καλαμάκι.
  6. Ντύνεται μόνο του με βοήθεια στις μπλούζες και τα κουμπώματα.

Λόγος

  1. Εκτελεί 2 μη σχετικές εντολές στη σειρά.
  2. Λέει το όνομα του.
  3. Μιλάει για τις πρόσφατες εμπειρίες του.
  4. Περιγράφει πως χρησιμοποιούμε μερικά γνώριμα του αντικείμενα.

 

4-5 ετών

Κίνηση

  1. Το παιδί κάνει κουτσό.
  2. Κατεβαίνει σκάλες, ένα πόδι σε κάθε σκαλί.
  3. Χρησιμοποιεί ψαλίδι.
  4. Κρατά μολύβι σχετικά καλά.
  5. Μπορεί να ζωγραφίσει ένα άτομο (κεφάλι, χέρια, πόδια).

Κοινωνικότητα, Αντίληψη

  1. Το παιδί μετράει μέχρι το δέκα.
  2. Αναγνωρίσει 3-4 χρώματα.
  3. Αναγνωρίζει σταυρούς, τρίγωνα, κύκλους, τετράγωνα.
  4. Μπορεί να αντιληφθεί συναισθήματα όπως λύπη, θυμό, φόβο.
  5. Ζητάει βοήθεια όταν δυσκολεύεται σε κάτι.
  6. Έχει κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά έξω από τον χώρο του σπιτιού.
  7. Ονομάζει 8 χρώματα και λέει το χρώμα αντικειμένου που του αναφέρουν.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

  1. Πλένει τα δόντια του μόνο του.
  2. Ντύνεται τελείως ανεξάρτητα.
  3. Κουμπώνει και ξεκουμπώνει μεγάλα κουμπιά.
  4. Πηγαίνει στην τουαλέτα εγκαίρως, γδύνεται, σκουπίζεται, τραβάει το νερό και ξαναντύνεται χωρίς βοήθεια.

Λόγος

  1. Εκτελεί 3 εντολές στη σειρά.
  2. Χρησιμοποιεί το ‘θα’.
  3. Χρησιμοποιεί σύνθετες προτάσεις.
  4. Δείχνει το παράλογο σε μια εικόνα.
  5. Αφηγείται ένα γνωστό παραμύθι, χωρίς να βλέπει τις εικόνες για βοήθεια.

Αγγελική Κοντούκα, Εργοθεραπεύτρια

Μαθησιακές Δυσκολίες και Έφηβοι

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται σε μεγάλο βαθμό το φαινόμενο των μαθησιακών δυσκολιών σε μεγαλύτερες ηλικίες, σε παιδιά δηλαδή που ήδη φοιτούν στο Γυμνάσιο ή στο Λύκειο και δεν έχουν διαγνωστεί εγκαίρως. Όταν  το οικογενειακό ή το σχολικό περιβάλλον δεν έχει την κατάρτιση ή ακόμη και τη διάθεση ν’ασχοληθεί  με  το θέμα, δυστυχώς το πρόβλημα μεγεθύνεται. Δεν  παραμένει απλά στάσιμο.

Παιδιά τυπικής ανάπτυξης είναι δυνατό να έχουν μαθησιακές δυσκολίες που αφορούν τόσο στον γραπτό λόγο, όσο και  στην προφορική έκφραση. Συχνά η απουσία έγκαιρης διάγνωσης  οφείλεται στο ότι  μαθητές  αρκετά επικοινωνιακοί, κοινωνικοί, με πλούσιο προφορικό λόγο, θεωρούνται απλά ανεπαρκείς ως προς την υπευθυνότητα στις εργασίες  και στα σχολικά τους καθήκοντα ή ακόμη και τεμπέληδες, γιατί  λόγω λανθασμένων μαθητικών στερεοτύπων και  συνηθειών δεν κατατάσσονται στις ομάδες ‘’υψηλού κινδύνου.’’

Η αλήθεια είναι ότι τόσο η οικογένεια, όσο και το σχολικό περιβάλλον πρέπει να βρίσκονται συνεχώς σε επαγρύπνηση, ώστε αν αντιληφθούν το πρόβλημα, ν’απευθυνθούν σε ειδικούς για να γίνει διάγνωση και να βρεθούν λύσεις για την αντιμετώπισή του. Οπωσδήποτε η παρακολούθηση και κατάρτιση ατομικού προγράμματος από εξειδικευμένο εκπαιδευτικό(ειδικό παιδαγωγό) κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να δουλέψει τα θέματα του/της κάθε μαθητή/μαθήτριας,και ασφαλώς με πρόγραμμα προσαρμοσμένο στις προσωπικές του/της ανάγκες και εφαρμοζόμενο σε συνεργασία πάντα με την οικογένεια.

Απαραίτητη κρίνεται και η συνεργασία με παιδοψυχολόγο αρκετά συχνά, ειδικά σε περίπτωση που το παιδί ή η οικογένειά του, δυσκολεύονται να αποδεχτούν την πραγματικότητα.

Κλείνοντας να τονίσουμε ότι οι μαθησιακές δυσκολίες δεν αποτελούν τροχοπέδη στην εξέλιξη και την πρόοδο των παιδιών. Η έγκαιρη και σωστή αντιμετώπισή τους από ειδικούς επιστήμονες αποτελεί εγγύηση για την σχολική και ακαδημαϊκή πρόοδο τους, αλλά και την περαιτέρω κοινωνικοποίηση των εφήβων και την καλλιέργεια της αυτοπεποίθησής τους ως ενήλικες.

 

Άννα Σκούρα-Φιλόλογος/Ειδική Παιδαγωγός

Δυσλεξία Μαθητών και Κοινωνικές Συνέπειες

Η δυσλεξία αποτελεί συχνό φαινόμενο  επιβράδυνσης της σχολικής προόδου ενός μαθητή, αλλά και καθυστέρησης της συνολικής μαθησιακής  διαδικασίας του ίδιου ανθρώπου γενικότερα.  Καθώς συνήθως διαγιγνώσκεται  σε σχολική πια ηλικία και αρκετές φορές σε μεγάλες τάξεις του δημοτικού σχολείου, οι επιπτώσεις στο άτομο, αλλά και στον οικογενειακό και κοινωνικό περίγυρό του είναι  εμφανείς, αλλά οι αιτίες δεν έχουν αντιμετωπιστεί.

Οι μαθητές με δυσλεξία δυσκολεύονται πολύ να μάθουν να ξεχωρίζουν πολλά γράμματα μεταξύ τους ή και να γράψουν ολοκληρωμένες  λέξεις και προτάσεις.  Συχνά διαβάζουν με αναστροφή συλλαβών ή ακόμη μπορούν και ν’αντιστρέψουν ολόκληρη λέξη.  Η ανάγνωση τους είναι ιδιαίτερα επίπονη διαδικασία και αυτό οδηγεί σε χαμηλή αυτοεκτίμηση και  ιδιαίτερο στρες κατά τη διάρκεια ενός απλού σχολικού προγράμματος  ή μιας γραπτής δοκιμασίας.  Συχνά δυσκολεύονται ν’ανακαλέσουν από μνήμης το περιεχόμενο του κειμένου, που μόλις διάβασαν.

Δυστυχώς τόσο οι συνομήλικοι μαθητές όσο και κάποιοι ενήλικες, δηλαδή  συχνά οι δάσκαλοι, αλλά και οι γονείς τους αδυνατώντας να αναγνωρίσουν τα συμπτώματα, αγνοούν την κύρια αίτια.  Το αποτέλεσμα είναι ο δυσλεκτικός μαθητής να δέχεται αυστηρή κριτική ως προς το επίπεδο αντίληψης  του, αλλά και της σχολικής επίδοσής του και οδηγείται σταδιακά  στην σχολική  αποτυχία και στην παραίτηση.

Ιστορικές προσωπικότητες όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και ο Γκράχαμ Μπελ έπασχαν από δυσλεξία, ωστόσο αποτελούν φωτεινά παραδείγματα για να αντιληφθεί κάποιος ότι η δυσλεξία δεν είναι χαρακτηριστικό της  χαμηλής  νοημοσύνης.  Και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι συχνά τα συμπτώματα της δεν γίνονται αντιληπτά και κατανοητά από γονείς και μη εξειδικευμένους  εκπαιδευτικούς, που θεωρούν ότι  ένα έξυπνο παιδί είναι αδύνατον να έχει δυσλεξία, και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι απλά βαριέται, δεν ενδιαφέρεται, είναι ονειροπόλο και δεν προσέχει στην τάξη.

Αυτό που θα πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους είναι ότι δυσλεξία μπορεί να έχει το παιδί,  που συχνά καυγαδίζουμε μαζί του, γιατί ενώ  φαίνεται να μελετά, τελικά κάνει συνεχώς λάθη, δεν αποστηθίζει ποτέ κανένα κείμενο, παρά την προσπάθειά του, έχει αξιοζήλευτη προφορική έκφραση, αλλά τα γραπτά του δεν διαβάζονται λόγω ορθογραφικών λαθών ή άσχημου γραφικού χαρακτήρα.

Η δυσλεξία είναι κατά βάση ένας διαφορετικός τρόπος αντίληψης πραγμάτων.  Δεν ξεπερνιέται, αλλά με τη σωστή αντιμετώπιση από ομάδα ειδικών μπορεί να βελτιωθεί τόσο η εικόνα του μαθητή στο σχολικό περιβάλλον, όσο και η αυτοεκτίμησή του.  Και κατά συνέπεια η κοινωνική του συμπεριφορά.  Αποδοχή και δουλειά στη βάση του προβλήματος είναι  λοιπόν η λύση και όχι απόρριψη και  πίεση του κάθε μαθητή/τριας  με αυτό το θέμα.

Άννα Σκούρα, Ειδική Παιδαγωγός

Μαθησιακές Δυσκολίες στα Μαθηματικά-Συχνές Ερωτήσεις

Τι είναι οι μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά;

Μιλώντας για μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά, εννοούμε την κατάσταση κατά την οποία ένα παιδί ή ένας ενήλικας δυσκολεύεται στην κατανόηση και τον χειρισμό βασικών μαθηματικών εννοιών (ποσά, ποσότητες, μαθηματικές πράξεις, διαχείριση προβλημάτων Αριθμητικής κ.ά.).

Συνήθως οι δυσκολίες αυτές συνυπάρχουν με δυσκολίες στην επεξεργασία του λόγου, όπως η δυσλεξία, αλλά και με ευρύτερες δυσκολίες μάθησης.

Όταν εντοπίζονται ειδικότερα στα Μαθηματικά, τότε η κατάσταση μπορεί να περιγραφεί με τους όρους «ειδικές μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά», «διαταραχή των μαθηματικών ικανοτήτων» ή «Δυσαριθμησία».

Όπως όλες οι δυσκολίες μάθησης, έτσι και οι μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά συνοδεύονται συχνά από δυσκολία στη συγκέντρωση της προσοχής ή/και υπερκινητικότητα.

 

Ποιες είναι οι ενδείξεις ύπαρξης μαθησιακών δυσκολιών στα Μαθηματικά σε ένα παιδί σχολικής ηλικίας;

Οι κυριότερες ενδείξεις ύπαρξης  μαθησιακών δυσκολιών στα Μαθηματικά σε ένα παιδί σχολικής ηλικίας μπορεί να περιλαμβάνουν:

  • Τη δυσκολία διάκρισης της ποσότητας και του πλήθους. Το παιδί μπορεί, για παράδειγμα, να δυσκολεύεται να εκτιμήσει ποιο σύνολο ομοίων αντικειμένων/μονάδων (π.χ. καραμέλες) είναι μεγαλύτερο (δηλ. περιλαμβάνει τις περισσότερες καραμέλες).
  • Τη δυσκολία διάκρισης μεταξύ μεγεθών. Το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να διακρίνει το μεγαλύτερο από δύο ή περισσότερα όμοια αντικείμενα.
  • Τη δυσκολία στη σειροθέτηση (τοποθέτηση σε σειρά) αντικειμένων ή ποσοτήτων από το μεγαλύτερο στο μικρότερο ή αντίστροφα.
  • Τη δυσκολία να αντιληφθεί ότι δεδομένη ποσότητα, μάζα ή αριθμός παραμένουν ίδια ακόμη και αν αλλάξουν σχήμα ή αν χωριστούν σε μικρότερα μέρη. Έτσι, το παιδί δυσκολεύεται, για παράδειγμα, να αντιληφθεί και να κατανοήσει το ότι μία δεδομένη ποσότητα νερού παραμένει ίδια, ακόμη και αν την τοποθετήσουμε μέσα σε δοχεία διαφορετικού σχήματος.
  • Τη δυσκολία στην ταξινόμηση/κατηγοριοποίηση. Το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται αφενός να οργανώσει επιμέρους στοιχεία σε ανώτερες κατηγορίες/σύνολα και αφετέρου να συνειδητοποιήσει ότι τα επιμέρους στοιχεία διατηρούν τα χαρακτηριστικά τους, ακόμη και αφού ενταχθούν σε ευρύτερη κατηγορία. Έτσι, το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να κατανοήσει την οργάνωση των μονάδων σε δεκάδες, εκατοντάδες, χιλιάδες κλπ – δηλαδή τη δομή του δεκαδικού συστήματος αρίθμησης.
  • Τη δυσκολία στην αρίθμηση, δηλαδή στην καταμέτρηση, τη σύνδεση των συμβόλων των αριθμών με την ποσότητα που ο καθένας αντιπροσωπεύει, την απομνημόνευση της αλληλουχίας των αριθμών, καθώς και την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο καθένας διαφέρει από τον προηγούμενο και τον επόμενό του (κατά 1 μονάδα).
  • Τη δυσκολία στην κατανόηση και συγκράτηση της προπαίδειας
  • Τη δυσκολία στην κατανόηση και τη διαχείριση του δεκαδικού συστήματος αρίθμησης, δηλαδή του τρόπου με τον οποίο οι μονάδες οργανώνονται σε όλο και ανώτερες τάξεις με κριτήριο πάντα τη συγκέντρωση ανά 10 (για παράδειγμα, 10 μονάδες αποτελούν 1 δεκάδα, 10 δεκάδες συνιστούν 1 εκατοντάδα, 10 εκατοντάδες αποτελούν 1 χιλιάδα ή μονάδα χιλιάδων κοκ.)
  • Τη δυσκολία στην αξιοποίηση των ιδιοτήτων του δεκαδικού συστήματος αρίθμησης για τη γρήγορη /νοερή εκτέλεση αριθμητικών πράξεων ή για τη στρογγυλοποίηση αριθμών
  • Τη σύγχυση μεταξύ των μαθηματικών συμβόλων (+, -, x, :, =, <, > …)
  • Τη δυσκολία κατά την εκτέλεση πράξεων. Το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να κατανοήσει τα επιμέρους βήματα που είναι απαραίτητα για την εκτέλεση μιας πράξης, αλλά και να θυμηθεί την αλληλουχία των ενεργειών στις οποίες προβαίνουμε κατά την εκτέλεση μιας αριθμητικής πράξης. Σε αυτό περιλαμβάνεται συχνά και η δυσκολία στη διάκριση του μειωτέου από τον αφαιρετέο κατά την αφαίρεση και του διαιρετέου από τον διαιρέτη κατά τη διαίρεση.
  • Τη δυσκολία στην τοποθέτηση των δεδομένων επάνω στο χαρτί για την εκτέλεση μιας πράξης, οριζόντια ή κάθετα
  • Τη δυσκολία στη διαχείριση των κρατουμένων στις πράξεις
  • Τη δυσχέρεια στην επεξεργασία μαθηματικών προβλημάτων (κατανόηση, αξιοποίηση δεδομένων, σχεδιασμός για την επίλυσή τους)
  • Την ελλιπή κατανόηση της έννοιας των τεσσάρων πράξεων (πότε πρέπει να κάνουμε πρόσθεση, αφαίρεση, πολλαπλασιασμό ή διαίρεση)
  • Τη δυσκολία στην κατανόηση των εννοιών της Γεωμετρίας
  • Τη δυσκολία στον χειρισμό των οργάνων Γεωμετρίας (χάρακας, γνώμονας, διαβήτης, μοιρογνωμόνιο)
  • Τη δυσχέρεια στη μνημονική συγκράτηση όρων της Γεωμετρίας (π.χ. οξεία γωνία, εμβαδόν, περίμετρος κ.τ.ό.), καθώς και στη διάκριση μεταξύ τους
  • Τη μειωμένη αίσθηση του χρόνου και τη δυσκολία στην κατανόηση, κατάκτηση και διαχείριση χρονικών εννοιών (ώρα, λεπτά, εβδομάδα, μήνας, έτος…).

 

Μπορεί ένα παιδί να δυσκολεύεται ταυτόχρονα και στη Γλώσσα;/Το παιδί μου έχει διαγνωσθεί με Δυσλεξία, διαπιστώνω όμως ότι αντιμετωπίζει δυσκολία και με τα Μαθηματικά. Είναι δυνατό να δυσκολεύεται και στα δύο αντικείμενα; 

Στην πραγματικότητα, το πλέον συνηθισμένο είναι να συνυπάρχει κάποιας μορφής δυσχέρεια και στα δύο αντικείμενα. Οι μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά σπάνια  συναντώνται μόνες τους. Τις περισσότερες φορές, ένας μαθητής με δυσκολία στην επεξεργασία του λόγου εμφανίζει, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, και δυσχέρεια στα Μαθηματικά. Και, αντίστροφα, ένα παιδί με δυσκολία στα Μαθηματικά, συνήθως παρουσιάζει κάποιου βαθμού δυσχέρεια και στα «γλωσσικά» μαθήματα.

Έτσι, μπορεί κανείς να παρατηρήσει ότι παιδιά με δυσλεξία μάλλον παρουσιάζουν επίσης μερικές – ή και πολλές – από τις ενδείξεις ύπαρξης μαθησιακών δυσκολιών στα Μαθηματικά.

Εξάλλου συχνά συνυπάρχει και δυσκολία στη συγκέντρωση της προσοχής με/χωρίς υπερκινητικότητα.

 

Όλα τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά  μπορούν να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο;

Τα παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες στα Μαθηματικά είναι αδύνατο να αντιμετωπιστούν με τον ίδιο τρόπο, καθώς το ένα διαφέρει πολύ από το άλλο (όπως συμβαίνει και για όλα τα παιδιά που παρουσιάζουν κάποια μορφή μαθησιακής δυσκολίας). Είναι απαραίτητο να παρεμβαίνει κανείς εξατομικευμένα  σε κάθε παιδί με δυσκολία στα Μαθηματικά, αφού έχει προηγουμένως αξιολογήσει προσεκτικά τις μαθησιακές του ανάγκες.

 

Υπάρχει πιθανότητα βελτίωσης των μαθηματικών δεξιοτήτων ενός παιδιού/ενήλικα που παρακολουθεί ειδικό εξατομικευμένο πρόγραμμα παρέμβασης;

Με την παροχή του κατάλληλου ειδικού παιδαγωγικού προγράμματος αποκατάστασης παρατηρείται κατά κανόνα σημαντική βελτίωση των μαθηματικών ικανοτήτων του παιδιού/ενήλικα. Η βελτίωση αυτή επηρεάζει θετικά τόσο την ανταπόκρισή του στις απαιτήσεις της καθημερινότητας (απλές μαθηματικές πράξεις, διαχείριση χρημάτων, ώρα-χρόνος), όσο και την επίδοσή του στο μάθημα των Μαθηματικών.

 

Βαλίνα Ζάχου, Ειδική Παιδαγωγός MSc

Τραυλισμός

Τι είναι ο τραυλισμός

Ο τραυλισμός είναι μια από τις διαταραχές στη ροή της ομιλίας. Βασικά χαρακτηριστικά του αποτελούν οι επαναλήψεις συλλαβών ή φθόγγων μιας λέξης, τα μπλοκαρίσματα και οι επιμηκύνσεις.  Συνήθως οι γονείς αναφέρουν ότι το παιδί επαναλαμβάνει ή «κολλάει» στην προσπάθεια του να μιλήσει. Συχνά εκτός από τα προαναφερθέντα λεκτικά συμπτώματα εμφανίζονται και συνοδά χαρακτηριστικά, όπως η απώλεια βλεμματικής επαφής, κινήσεις της κεφαλής ή του σώματος και μυϊκές συσπάσεις. Πρόκειται για μια σύνθετη διαταραχή της οποίας η ακριβής αιτία είναι άγνωστη αλλά συνδυάζεται με πολλούς παράγοντες (γενετικούς, ψυχολογικούς, περιβαλλοντικούς και γλωσσικούς).

Πότε εκδηλώνεται

Η εκδήλωση του τραυλισμού γίνεται τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού στην ηλικία περίπου των 2-4,5 ετών. Σε αυτή την ηλικία, που ο λόγος εξελίσσεται ραγδαία, πολλά παιδιά παρουσιάζουν τον λεγόμενο ‘’φυσιολογικό τραυλισμό’’ και στη συνέχεια τον ξεπερνούν. Σε άλλες περιπτώσεις αυτά τα συμπτώματα συνιστούν την έναρξη του τραυλισμού που εμμένει στον χρόνο. Η εκδήλωση των συμπτωμάτων είναι είτε σταδιακή είτε απότομη.  Επιπλέον, σε περιόδους έντονων συναισθηματικών καταστάσεων (π,χ, έντονο άγχος, υπερβολικός ενθουσιασμός) τα συμπτώματα τείνουν να εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση.

Διάγνωση και θεραπεία του τραυλισμού

Όταν τα συμπτώματα επιμένουν και επηρεάζουν την επικοινωνία του ατόμου θα πρέπει να γίνεται επίσκεψη σε λογοθεραπευτή, εξειδικευμένο στις διαταραχές της ροής. Είναι απαραίτητη η ακριβής αξιολόγηση ώστε να γίνεται διαφοροδιάγνωση του τραυλισμού με άλλες διαταραχές στη ροή της ομιλίας (π.χ. ταχυλαλία) και να προτείνεται το καταλληλότερο θεραπευτικό πρόγραμμα. Ιδιαίτερα στα παιδιά απαιτείται η άμεση έναρξη θεραπείας για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του τραυλισμού.

Η θεραπεία για τον τραυλισμό είναι πολυδιάστατη όπως και η  φύση του. Δεν υπάρχει μία και μοναδική λύση. Ανάλογα με την ηλικία του ατόμου (παιδί προσχολικής/ σχολικής ηλικίας, έφηβος, ενήλικας) και το είδος του τραυλισμού (ένταση, συμπτώματα) η θεραπεία είναι άμεση ή έμμεση και το πλάνο θεραπείας διαμορφώνεται σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε ατόμου.

 

Ευαγγελία Κολαζά,  Λογοθεραπεύτρια