Πρώτες Μέρες στο Σχολείο…..

  • Eva Konstantinidi
  • September 6, 2017

Οι πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη είναι ήδη εδώ. Φέρνουν μαζί τους τη νοσταλγία του καλοκαιριού, εικόνες επιστροφής στη ρουτίνα, σηματοδοτούν την αρχή της φθινοπωρινής μελαγχολίας. Μικροί και μεγάλοι επιστρέφουν στα καθήκοντά τους. Κάποιοι από τους μικρούς, για πρώτη φορά.

Το ζήτημα που τίθεται για όλους μας, είτε πρόκειται για επιστροφή στις επαγγελματικές υποχρεώσεις, είτε πρόκειται για επιστροφή στο σχολείο, είτε για πρώτη επαφή με αυτό, είναι αυτό του αποχωρισμού. Στην περίπτωση των παιδιών, ο αποχωρισμός αφορά όχι μόνο στο γονιό, και την μεταξύ τους σχέση, την οποία απολάμβαναν μένοντας σπίτι, αλλά και στον αποχωρισμό από την ραστώνη, τις διακοπές, την ξεγνοιασιά του καλοκαιριού, τη θάλασσα και τις καλοκαιρινές εικόνες. Το σχολείο είναι το επισφράγισμα της λήξης όλων αυτών των όμορφων εμπειριών, γι’ αυτό και η προσαρμογή σε αυτό δεν είναι εύκολη διαδικασία.  Επιπλέον, στο ξεκίνημα της σχολικής χρονιάς, μαζί με τον αποχωρισμό συνυπάρχει και η αγωνία του καινούριου. Το περιβάλλον και η συνθήκη στην οποία εισάγεται το παιδί είναι άγνωστες. Υπάρχουν αγωνίες για τον αν το περιβάλλον του παιδικού σταθμού θα είναι εξίσου φιλικό  και ζεστό όπως το σπίτι, αν οι δασκάλες θα είναι καλές, και θα ανταποκρίνονται στις ανάγκες του τόσο ικανοποιητικά όσο οι γονείς του, αν τα παιδιά θα είναι φιλικά και θα αποδεχτούν την παρουσία του. Οι αντιδράσεις των πρώτων ημερών, τα κλάματα και τα παράπονα που μπορεί να αρχίζουν από το σπίτι και να κορυφώνονται στην είσοδο του παιδικού σταθμού είναι φυσικές και αναμενόμενες συμπεριφορές με αφορμή τη νέα συνθήκη. Πολλές φορές μάλιστα όλες αυτές οι αντιδράσεις προκύπτουν από αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με το νόημα της όλης διαδικασίας. Το παιδί δεν κατανοεί γιατί πρέπει να αποχωριστεί τον γονιό, γιατί είναι καλό το να πάει στον παιδικό σταθμό. Κάθε παιδί, προσπαθεί να εξηγήσει αυτήν την αλλαγή, γιατί είναι κάτι ακατανόητο. Αναρωτιέται γιατί η μαμά και ο μπαμπάς το έφεραν εκεί, μήπως τελικά αυτός είναι ένας τρόπος να απαλλαγούν από την παρουσία του? Χρειάζεται επομένως μια καλή προετοιμασία γι’ αυτήν την τόσο σημαντική εμπειρία, ώστε να μην δοθεί στο παιδί η λάθος εντύπωση για τους λόγους της αλλαγής, ώστε να ξεκαθαριστεί το «αυτονόητο», να κατανοήσει δηλαδή ότι είναι μια κίνηση προς όφελός του και όχι ένα «ξεφόρτωμά» του σε κάποιον άλλον.

Την ίδια στιγμή, οι γονείς έχουν κι αυτοί τις δικές τους αγωνίες και τα δικά τους συναισθήματα γι’ αυτόν τον αποχωρισμό. Συχνά είναι αμφίθυμοι για το νέο βήμα του παιδιού: γνωρίζουν ότι η εμπειρία του παιδικού σταθμού είναι σημαντική για εκείνο και βοηθητική για τους ίδιους αλλά την ίδια στιγμή καλούνται να αντέξουν και να επεξεργαστούν τα αντικρουόμενα συναισθήματα που τους προκαλεί. Η αντίφαση που βιώνουν αφορά από την μια ένα αίσθημα υπερηφάνειας προς το παιδί τους που μεγαλώνει, κοινωνικοποιείται και λειτουργεί μέσα σε ένα σύνολο, ολοένα και πιο ανεξάρτητο από την προσοχή και την έγνοια τους, την ίδια όμως στιγμή καλούνται να συνηθίσουν την απουσία του από τη φροντίδα και τα χάδια τους τις ώρες που αυτό βρίσκεται στον παιδικό σταθμό. Γονείς και παιδιά θα λέγαμε ότι «συμπάσχουν» στη διαδικασία της προσαρμογής, έρχονται αντιμέτωποι με παρόμοια συναισθήματα, σκέψεις και αγωνίες, όπως αν συνεχίζουν να υπάρχουν στο μυαλό του παιδιού όσο αυτό είναι μακριά, ή αν παραμένουν εξίσου σημαντικοί ή έχουν υποκατασταθεί όσο απουσιάζουν. Ερωτήματα που πολλές φορές δεν μπαίνουν σε λόγια, αλλά είναι σημαντικό να αναγνωρίζονται για να μπορούν να απαντώνται και για τις δυο πλευρές. Όσο περισσότερο ο γονιός παραμένει σε επαφή με τις δικές του ανησυχίες, θα μπορεί καλύτερα να υποψιαστεί και να καθησυχάσει τις αντίστοιχες αγωνίες του παιδιού. Υπό αυτό το πρίσμα, διαφαίνεται ότι πολλές από τις αντιδράσεις των παιδιών- τα κλάματα, οι φωνές στην είσοδο του παιδικού σταθμού- γίνονται ενίοτε και για το «χατίρι» των γονιών. Είναι ακριβώς το σημείο όπου τα συναισθήματα του παιδιού μπλέκονται με αυτά του γονιού. Το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να δεχτεί τον παιδικό σταθμό, αλλά την ίδια στιγμή να αντιλαμβάνεται την αγωνία και τη λαχτάρα του γονιού που δυσκολεύεται να το αποχωριστεί. Τείνει τότε να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στις αντιδράσεις του για να επιβεβαιώσει στον γονιό το πόσο σημαντικός παραμένει, ώστε να τον καθησυχάσει ότι δεν τον ξεχνάει και ότι δεν περνάει και τόσο καλά χωρίς εκείνον.

Στο διάστημα της προσαρμογής τα συναισθήματα και των δύο πλευρών μπορεί να είναι τόσο έντονα ώστε να φέρουν το γονιό στο σημείο ακόμη και να αμφιβάλλει για το κατά πόσο ήταν σωστή η απόφασή του να στείλει το παιδί στον παιδικό σταθμό, μήπως τελικά δεν το ωφελεί- όλα υπό το καθεστώς της αναταραχής και των ενοχών που μπορεί να του δημιουργούν οι αντιδράσεις του παιδιού. Η ψύχραιμη εκτίμηση της κατάστασης, των αναγκών και των αντιδράσεων του παιδιού, καθώς και η σταθερότητα στην αντιμετώπισή τους αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση ως προς την  προσαρμογή του παιδιού, η οποία σχετίζεται άμεσα με το βαθμό στον οποίο μπορεί να εμπιστευθεί το χώρο, τους νέους ανθρώπους με τους οποίους έρχεται σε επαφή. Αν ο ίδιος ο γονιός δυσπιστεί ως προς τις προδιαγραφές του χώρου και την ικανότητα των παιδαγωγών, το όλο εγχείρημα υπονομεύεται. Επιπλέον, συχνά ο γονιός μπορεί να σαμποτάρει άθελά του την όλη προσπάθεια, παρασυρόμενος, όπως προαναφέρθηκε από τα δικά του συναισθήματα, υποκύπτοντας ενίοτε στις αντιδράσεις και τους χειρισμούς του παιδιού, υποχωρώντας  κατά διαστήματα στο αίτημά του να μην πάει σχολείο. Κι όταν η εκάστοτε παραμονή του στο σπίτι μετατρέπεται σε μια μικρή «γιορτή», μιας και  ο γονιός απολαμβάνει εξίσου την παρουσία του μικρού στο σπίτι, τότε η επιστροφή του στο σχολείο καθίσταται ακόμα πιο δύσκολη και οδυνηρή, γιατί είναι σαν να του θυμίζουμε τί χάνει όταν φεύγει μακριά.

Ιδιαίτερες συνθήκες που επικρατούν στην οικογένεια, όπως η ύπαρξη ή και ο ερχομός ενός δεύτερου παιδιού καθιστούν τον αποχωρισμό από τους γονείς ακόμα πιο επώδυνο, καθώς επιτείνουν την ανησυχία του παιδιού για το τί αφήνει πίσω του, για το κατά πόσο τα πράγματα θα παραμείνουν ίδια με την επιστροφή του ή μήπως με την απουσία του αφήνει στο δεύτερο παιδί όλο το περιθώριο να απολαύσει μια αποκλειστική σχέση με την μητέρα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια από τη μεριά του γονιού στο να κατανοήσει την δυσκολία και την ακόλουθη αναστάτωση του παιδιού σχετικά με τον αποχωρισμό από το σπίτι, αλλά και τη συμβολή του στο να βάλει σε λόγια τις αγωνίες του, να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για να τις κατανοήσει και να τις αντέξει.

Κατανοούμε λοιπόν, ότι η έννοια του προβλεπόμενου χρόνου προσαρμογής ενός παιδιού που έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τον παιδικό σταθμό, είναι κάτι που ορίζεται από τις υποκειμενικές συνθήκες και ανάγκες του κάθε παιδιού. Σε γενικές γραμμές, ένα διάστημα προσαρμογής είναι αναμενόμενο, ωστόσο δεν υπάρχουν κανόνες ως προς την διάρκειά του. Το κάθε παιδί έχει τους δικούς του ρυθμούς και τις δικές του ανάγκες, καθώς και τον δικό του τρόπο επεξεργασίας και αφομοίωσης ενός καινούριου περιβάλλοντος, τις οποίες οφείλουμε να σεβαστούμε και να ακολουθήσουμε προκειμένου να το βοηθήσουμε να ανταπεξέλθει στην καινούρια συνθήκη. Μικρές κατακτήσεις στην προσαρμογή του παιδιού στο νέο περιβάλλον χρειάζεται να επισημαίνονται και να αναγνωρίζονται ως σημαντικά  βήματα που θα οδηγήσουν σιγά σιγά στην τελική κατάκτηση. Κάποιες συμπεριφορές του παιδιού, όπως το να δεχτεί να κοιμηθεί ή να φάει στον χώρο του παιδικού σταθμού είναι δείγματα ότι έχει αρχίσει να αποδέχεται το νέο μέρος ως κάτι πιο μόνιμο αλλά και εμπιστεύσιμο, όπως και το να συζητάει για τον παιδικό σταθμό και τις εκεί εμπειρίες του, τις ώρες που βρίσκεται στο σπίτι-δείγμα ότι αντέχει να κρατήσει την εμπειρία στο μυαλό του αλλά και να την μεταφέρει στο γονιό. Μικρές κατακτήσεις του παιδιού ως προς την προσαρμογή του μπορεί να μοιάζει ότι χάνονται για λίγο όταν μεσολαβεί η απουσία του Σαββατοκύριακου, ή κάποιες αργίες. Το παιδί συχνά χρειάζεται πάλι κάποιο χρόνο για να ξανασυνηθίσει τον αποχωρισμό από το σπίτι και τους γονείς, και να ενταχθεί στην ομάδα.

Ο χειρισμός της όλης κατάστασης απαιτεί υπομονή, εμπιστοσύνη προς τον παιδικό σταθμό, αλλά και σταθερότητα προς το παιδί. Χρειάζεται ψυχραιμία για να εκτιμήσουμε τις αντιδράσεις του παιδιού αλλά και τα δικά μας συναισθήματα έτσι ώστε να συμβάλλουμε αποτελεσματικά στο να κατανοήσει την αλλαγή που έχει προκύψει και να ξεπεράσει τη δυσκολία του.

 

Φώνη Τζιτζιμίκα, Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος MA

No Comments

Leave a Comment