Category: Λογοθεραπεία

Διαταραχές Λόγου και Ομιλίας

Οι περισσότερες γλωσσικές διαταραχές εντοπίζονται κατά την προσχολική ηλικία και ιδιαίτερα κατά την είσοδο του παιδιού στο σχολείο. Το 3-5% των παιδιών που φοιτούν στο σχολείο παρουσιάζουν διαταραχές του λόγου και χρειάζονται ειδική θεραπευτική αγωγή.

Στο ιστορικό των παιδιών αυτών μπορούμε να μάθουμε ότι άργησαν να μιλήσουν. Αργούν να πουν μαμά – μπαμπά, αργούν να μάθουν λέξεις, αργούν να κάνουν προτάσεις, το χρησιμοποιούμενο συντακτικό και γραμματική μένουν πίσω για την ηλικία, συχνά η ομιλία δεν είναι ευκρινής. Υπάρχουν διάφορες βαρύτητες της καθυστέρησης του λόγου. Οι ελαφρές μορφές ανακαλύπτονται εύκολα αν χρησιμοποιηθεί τεστ εκτίμησης λόγου, αλλά δεν γίνονται εύκολα αντιληπτές κατά την έναρξη του δημοτικού. Όταν όμως το παιδί προχωρήσει σε μεγαλύτερες τάξεις, βρίσκεται σε δυσχερέστατη θέση. Γι’ αυτό το λόγο πρέπει να ανιχνεύονται με ειδικά τεστ έγκαιρα (και προληπτικά) διαταραχές του λόγου.

Παιδιά που έχουν έντονη καθυστέρηση λόγου φαίνονται νωρίς και οι γονείς τα πηγαίνουν έγκαιρα για διάγνωση και θεραπεία. Tα παιδιά που έχουν ελαφρά καθυστέρηση του λόγου παραμελούνται και δεν αναγνωρίζoνται πολύ συχνά. Έτσι αν πρέπει να διαβάζουν και να γράφουν, έχουν τεράστιες δυσκολίες.

 

Διαταραχές του Λόγου

Οι διαταραχές του λόγου περιλαμβάνουν δυσκολίες στην κατανόηση, στην έκφραση ή στη χρήση του λόγου. Οι δυσκολίες αυτές, μπορεί να επηρεάζουν το περιεχόμενο, δηλαδή τις έννοιες ή το λεξιλόγιο, τη μορφή, δηλαδή τη σύνταξη, μορφολογία, γραμματική, φωνολογία και τη σωστή χρήση, δηλαδή κατά πόσο ο λόγος που χρησιμοποιείται είναι κατάλληλος για τη συγκεκριμένη επικοινωνιακή στιγμή. Οι δυσκολίες αυτές διαχωρίζονται στις πιο κάτω κατηγορίες:

Γενική καθυστέρηση στην εξέλιξη του λόγου: Το παιδί παρουσιάζει μια αργοπορία στην εξέλιξη του λόγου σε σχέση με το γενικό πληθυσμό. Η αργοπορία αυτή επηρεάζει όλους του τομείς του λόγου, λεξιλόγιο, γραμματική, κατανόηση.

Ειδική Γλωσσική Διαταραχή: Είναι μία αναπτυξιακή γλωσσική διαταραχή, η οποία χαρακτηρίζεται από αργό ρυθμό γλωσσικής ανάπτυξης και έχει ως βασικό χαρακτηριστικό την έντονη δυσκολία στη χρήση των λειτουργικών μορφημάτων π.χ. άρθρα , προθέσεις και της γραμματικής μορφολογίας π.χ. καταλήξεις. Παρουσιάζεται σε ποσοστό 7% του πληθυσμού.

Μαθησιακές Δυσκολίες: Μία μεγάλη ομπρέλα δυσκολιών που συμπεριλαμβάνει σωρεία δυσκολιών στη μάθηση του παιδιού, π.χ. Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία/Δυσλεξία, αναγνωστικές δυσκολίες, δυσκολίες στην ανάπτυξη του γραπτού λόγου, γενικευμένες μαθησιακές δυσκολίες κ.ο.κ.

 

Διαταραχές Ομιλίας

Οι διαταραχές της ομιλίας μπορεί να επηρεάσουν την  ικανότητα του συνδυασμού των ήχων για την άρθρωση των λέξεων, την ποιότητα της φωνής και τον ομαλό ρυθμό.

Διαταραχή της Άρθρωσης: Είναι η δυσκολία στη σωστή παραγωγή των ήχων που έχει ως αποτέλεσμα τη μη κατανοητή- δυσνόητη ομιλία.

Φωνολογική Διαταραχή: Έχει ως χαρακτηριστικό τη λανθασμένη αποτύπωση των φωνολογικών κανόνων, με αποτέλεσμα να επηρεάζονται ομάδες ήχων. Η διαταραχή  αυτή εκδηλώνεται με πολλαπλές αλλοιώσεις, παραλείψεις και μεταθέσεις ήχων και συλλαβών.

Δυσαρθρία: Διαταραχή η  οποία σχετίζεται με την έλλειψη συντονισμού μεταξύ της αναπνοής, της άρθρωσης, της φώνησης και της προσωδίας.

Απραξία: Διαταραχή η οποία σχετίζεται με δυσκολίες στον προγραμματισμό, στη συντονισμένη και με ακρίβεια εκτέλεση των αρθρωτικών κινήσεων.

Τραυλισμός: Είναι η διαταραχή στη ροή της ομιλίας με επαναλήψεις ήχων, συλλαβών, λέξεων, ακατάλληλες παύσεις και επιμακρύνσεις ήχων.

Φωνητικές Διαταραχές/Δυσφωνίες:  Είναι οι διαταραχές που σχετίζονται με την οποιαδήποτε αλλαγή στην ποιότητα της φωνής του ατόμου. Οι αλλαγές αυτές ενδέχεται να επηρεάσουν τον τόνο, την ένταση ή και την ποιότητα της φωνής και μπορεί να οφείλονται σε λειτουργικούς, παθολογικούς, νευρολογικούς ή ψυχολογικούς λόγους.

 

Τα πιθανά αίτια των διαταραχών του λόγου και της ομιλίας

Τα πιθανά αίτια των διαταραχών του λόγου και της ομιλίας μπορούν να διαχωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες, στα οργανικά και μη οργανικά-περιβαλλοντικά.

Οργανικά Αίτια:

  • Λειτουργικά προβλήματα των οργάνων της άρθρωσης
  • Ανατομικές δυσπλασίες π.χ προγναθισμός ή οπισθιγναθισμός, σχιστίες χείλους ή υπερώας
  • Προβλήματα ακοής
  • Εγκεφαλικά επεισόδια
  • Εγκεφαλική παράλυση ή άλλες νευρολογικές παθήσεις
  • Κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις
  • Νοητική Καθυστέρηση
  • Παθολογίες του λάρυγγα π.χ. φωνητικά κομβία, πολύποδες

Ψυχολογικά και Κοινωνικά Αίτια:

  • χαμηλό κοινωνικό ή/και μορφωτικό επίπεδο της οικογένειας,
  • μεγάλος αριθμός παιδιών,
  • δυσμενείς οικονομικές συνθήκες,
  • έλλειψη κινήτρων, ενδιαφέροντος και ευκαιριών για συζήτηση
  • Επίσης διαταραχές στο λόγο συναντούμε εξαιτίας συναισθηματικών ή ψυχογενών αιτίων, κακών γλωσσικών προτύπων, υπερπροστατευτικότητας, αυστηρότητας των γονέων, υπερβολικών απαιτήσεων και άγχους.

 

Είναι πιθανή η  συχνή υποχώρηση των προβλημάτων αυτών μέχρι την ηλικία των έξι περίπου ετών. Ωστόσο  οι γονείς καλό θα ήταν να αναζητήσουν τη βοήθεια και τις συμβουλές του ειδικού ώστε να κατανοήσουν την καθυστέρηση στην ανάπτυξη του λόγου και να βεβαιωθούν ότι λειτουργούν με τρόπο που βοηθά αποτελεσματικά τη γλωσσική ανάπτυξη του παιδιού τους.

Άρτεμις Σπυροπούλου, Λογοθεραπεύτρια

Διάσπαση Προσοχής (ΔΕΠ-Υ)

Η διάσπαση προσοχής ή απροσεξία, δηλαδή η δυσκολία ενός παιδιού να παραμείνει συγκεντρωμένο σε μια δραστηριότητα με την οποία καλείται να ασχοληθεί, είναι μια κατάσταση την οποία συναντάμε συχνά σε παιδιά σχολικής ηλικίας. Πολλές φορές συνοδεύεται και από υπερκινητικότητα, καθώς και από δυσκολία ελέγχου των παρορμήσεων. Πολύ συχνά συνυπάρχει με κάποια μορφή δυσκολίας μάθησης. Μπορεί επίσης να συνοδεύεται και από, μικρότερου ή μεγαλύτερου βαθμού, δυσκολία στην επικοινωνία.

Ειδικότερα όσον αφορά στη συνύπαρξη της απροσεξίας με την υπερκινητικότητα-παρορμητικότητα, διακρίνουμε τρεις καταστάσεις, ανάλογα με το εάν κάποια από τις δύο δυσκολίες παρουσιάζεται εντονότερη. Έτσι, κάποια παιδιά εμφανίζουν κυρίως απροσεξία, άλλα κυρίως υπερκινητικότητα-παρορμητικότητα, και κάποια παρουσιάζουν εξίσου συμπτώματα και των δύο τύπων.

Τα παιδιά που εμφανίζουν διάσπαση προσοχής παρουσιάζουν κυρίως:

  • Δυσκολία στο να «απομονώνουν» τα ερεθίσματα που είναι σχετικά με τη δραστηριότητα με την οποία πρέπει να ασχοληθούν. Για την ακρίβεια, φαίνεται να παρατηρούν και να «προσέχουν» όλα τα πράγματα ταυτόχρονα. Για παράδειγμα, «προσέχουν» εξίσου το κείμενο που καλούνται να διαβάσουν και τα μολύβια που βρίσκονται στη μολυβοθήκη δίπλα τους. Στην τάξη ακούν και παρατηρούν με την ίδια ένταση τη δασκάλα που τους μιλά και το χτένισμα του κοριτσιού που κάθεται μπροστά τους.
  • Δυσκολία στη μετάβαση από τη μια κατάσταση/δραστηριότητα στην άλλη. Δυσκολεύονται αρκετά στο να επανασυντονίσουν την προσοχή τους σε μια δραστηριότητα που ακολουθεί αυτή που έχουν μόλις ολοκληρώσει.
  • Δυσκολία στο να παραμείνουν συγκεντρωμένα για αρκετό, για την ηλικία τους, χρονικό διάστημα (δηλαδή έχουν μικρή διάρκεια προσοχής, ενώ κουράζονται γρήγορα όταν ασχολούνται με δραστηριότητες που απαιτούν πνευματική ένταση). Πριν την εφαρμογή κατάλληλου προγράμματος παρέμβασης, ένα παιδί με διάσπαση προσοχής – ειδικά αν φοιτά στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού – μπορεί να έχει διάρκεια συγκέντρωσης που δεν ξεπερνά τα 5 λεπτά.
  • Δυσκολία στο να θυμούνται τις υποχρεώσεις και τα καθήκοντά τους. Έτσι, συχνά λείπουν από τη σχολική τους τσάντα βιβλία, τετράδια ή άλλα είδη απαραίτητα για την επόμενη μέρα. Επίσης, πολλές φορές παραλείπουν να ενημερώσουν τους γονείς τους για κάτι σημαντικό που πρόκειται να γίνει στο σχολείο (π.χ. μια εκδρομή, συνάντηση με τη δασκάλα κ.λπ.), ακόμη και όταν τους έχει δοθεί ενημερωτικό έγγραφο για το θέμα αυτό. Πολύ συχνά παραλείπουν να κάνουν τις σχολικές εργασίες τους ή να μελετήσουν για την επόμενη μέρα.
  • Δυσκολία στην οργάνωση του χρόνου και του χώρου τους. Συχνά ο χώρος στον οποίο εργάζονται περιγράφεται ως «χαοτικός». Η σχέση τους με τον χρόνο είναι εξίσου χαώδης, καθώς βιώνουν τις χρονικές έννοιες και τη χρονική διάρκεια με ιδιαίτερο τρόπο (δεν έχουν «αίσθηση του χρόνου»). Τις περισσότερες φορές παραπονιούνται ότι «δεν έχουν χρόνο», ενώ μπορεί στην πραγματικότητα να έχουν πολλές ώρες – ακόμα και μέρες – διαθέσιμες. Όταν δε καλούνται να ολοκληρώσουν μια δραστηριότητα, δυσκολεύονται να τη φέρουν σε πέρας εντός του χρονικού πλαισίου που θα της αντιστοιχούσε κανονικά. Αυτό γίνεται ακόμα πιο έντονο όταν έχουν αρκετό χρόνο στη διάθεσή τους.
  • Έντονες διακυμάνσεις στην ικανότητα για συγκέντρωση, αλλά και στις μαθησιακές τους επιδόσεις. Πολλές φορές δίνουν την εντύπωση ότι «χάνονται μέσα σε ένα δικό τους κόσμο» και ότι δεν ακούν πλέον τίποτα από αυτά που τους λέμε.

Όταν η διάσπαση προσοχής συνοδεύεται από υπερκινητικότητα/παρορμητικότητα, τα παιδιά συχνά:

  • Δυσκολεύονται να παραμείνουν καθισμένα όταν οι συνθήκες το απαιτούν (σηκώνονται συχνά από το κάθισμά τους, αναζητούν αφορμές για ν α σηκωθούν από τη θέση τους και να κινηθούν μέσα στον χώρο κ.λ.π.)
  • Εμφανίζουν κινητική ανησυχία (για παράδειγμα, στριφογυρίζουν στην καρέκλα τους, «παίζουν» με τα μολύβια τους, μουντζουρώνουν, εκσφενδονίζουν αντικείμενα αναζητώντας κινητική εκτόνωση κ.ά.)
  • Αναζητούν συχνά κινητική εκτόνωση (π.χ. κάνοντας «ακροβατικά» την ώρα που περπατούν)
  • Μιλούν πολύ, αλλά δυσκολεύονται στην οργάνωση του προφορικού τους λόγου. Συχνά κάνουν αρκετές μικρές παύσεις (ε….) όταν καλούνται, για παράδειγμα, να αφηγηθούν κάτι. Πολλές φορές δυσκολεύονται να «βρουν» την κατάλληλη λέξη για να εκφράσουν αυτό που σκέφτονται. Συχνά, κατά την αφήγηση γεγονότων ή την περιγραφή, παραλείπουν απαραίτητες πληροφορίες. Τα γεγονότα μπορεί να παρουσιάζονται με εσφαλμένη χρονική αλληλουχία και χωρίς λεπτομέρεια. Οι προτάσεις είναι συνήθως απλές και σύντομες, ενώ ταυτόχρονα παρατηρούνται προβλήματα ροής και συνοχής.

Σημειώνουμε ότι οι δυσκολίες που μόλις περιγράψαμε πρέπει να εμφανίζονται τουλάχιστον σε δύο περιβάλλοντα στα οποία κινείται το παιδί (συνήθως στο σπίτι και στο σχολείο), προκειμένου να μπορεί κανείς να υποψιαστεί ότι αυτές οφείλονται σε μια κατάσταση εγγενή, και δεν είναι αποτέλεσμα άλλων, περιβαλλοντικών παραγόντων.

Άλλα προβλήματα που παρατηρούνται συχνά σε παιδιά με διάσπαση προσοχής με ή χωρίς υπερκινητικότητα είναι:

  • Δυσκολίες στη μάθηση. Για παράδειγμα, συχνά δυσκολεύονται στην απομνημόνευση, καθώς και στην ανάκληση των πληροφοριών που έχουν ήδη «αποθηκεύσει» στο μυαλό τους
  • Δυσκολία στον συντονισμό των κινήσεων
  • Ιδιόρρυθμος κύκλος ύπνου-εγρήγορσης. Συχνά δυσκολεύονται να ξυπνήσουν το πρωί, μπορεί να έχουν υπνηλία στη διάρκεια της ημέρας ή και να κοιμούνται διακεκομμένα το βράδυ.
  • Ιδιόρρυθμες συνήθειες φαγητού (τάση να τρώνε λιγάκι και συχνά κατά τη διάρκεια της ημέρας – δηλαδή να «τσιμπολογάν»)
  • Φοβίες
  • Άγχος, χαμηλή αυτοεκτίμηση, ανασφάλεια για τις επιδόσεις τους
  • Δυσκολία στις σχέσεις τους με τους συνομηλίκους
  • Δυσκολία στα ομαδικά παιχνίδια
  • Δυσκολία στο να ακολουθούν τους κανόνες συμπεριφοράς
  • Τάση να ματαιώνονται εύκολα.

Η διάσπαση προσοχής με ή χωρίς υπερκινητικότητα αποτελεί κατά κανόνα μια κατάσταση εγγενή, νευρολογικής αιτιολογίας. Αν και δεν είναι δυνατό να θεραπευθεί, υπάρχουν παρεμβάσεις οι οποίες μπορούν να οδηγήσουν σε σημαντική βελτίωσή της. Επιπλέον, η ένταση των συμπτωμάτων της τείνει να μειώνεται με την πάροδο του χρόνου, χωρίς ωστόσο οι εκδηλώσεις της να εξαλείφονται. Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να απευθύνεται κανείς όσο το δυνατόν νωρίτερα σε κάποιον ειδικό, ώστε να προλαμβάνονται τυχόν δευτερογενείς καταστάσεις, όπως είναι τα συμπτώματα υπερβολικού άγχους, η  κατάθλιψη ή η επιθετικότητα.

Συνήθως, ένα πρόγραμμα παρέμβασης για διάσπαση προσοχής περιλαμβάνει συνεδρίες ψυχοθεραπείας/συμβουλευτικής προς τους γονείς ή/και το παιδί, ειδικής διαπαιδαγώγησης και εργοθεραπείας, όταν παρατηρούνται δυσκολίες στον κινητικό συντονισμό. Σε μερικές περιπτώσεις προτείνεται και φαρμακευτική αγωγή από παιδοψυχίατρο. Η αγωγή αυτή  δε θεραπεύει το πρόβλημα, αλλά προσφέρει ανακούφιση από τα συμπτώματά του, όταν αυτά είναι τόσο έντονα, που κάνουν πολύ δύσκολη την καθημερινότητα του παιδιού.

Ακολουθούν μερικές χρήσιμες συστάσεις, που όμως δεν μπορούν σε καμμία περίπτωση να υποκαταστήσουν την ειδική εξατομικευμένη παρέμβαση. Έτσι…

  • Είναι σημαντικό να φροντίζουμε ώστε ο χώρος στον οποίο εργάζεται το παιδί να έχει όσο το δυνατό λιγότερα ερεθίσματα που θα μπορούσαν να αποσπάσουν την προσοχή του. Μολυβοθήκες, κασετίνες, διακοσμητικά, παιχνίδια καλό είναι να βρίσκονται έξω από το οπτικό του πεδίο την ώρα της μελέτης. Είναι επίσης καλό το κάθισμα του παιδιού να είναι στραμμένο προς τον τοίχο, ο οποίος με τη σειρά του θα πρέπει να είναι όσο πιο «γυμνός» γίνεται. Στο γραφείο θα πρέπει να υπάρχουν μόνο τα απαραίτητα (ένα μολύβι/στυλό και μια γόμα). Ομοίως, στη σχολική τάξη, συστήνεται ο μαθητής με δυσκολία συγκέντρωσης να κάθεται σε μπροστινό θρανίο, όσο πιο κοντά στην έδρα γίνεται.
  • Χρησιμοποιούμε οπτικοποιημένα προγράμματα για τις καθημερινές δραστηριότητες του παιδιού, προκειμένου να το βοηθήσουμε να οργανώνει καλύτερα τον χρόνο του. Αυτοκόλλητες ετικέτες και κουτιά ταξινόμησης μπορούν εξάλλου να βοηθήσουν τον μαθητή στην οργάνωση του χώρου του.
  • Δίνουμε στο παιδί τη δυνατότητα να κάνει συχνά μικρά διαλείμματα κατά τη διάρκεια της μελέτης. Κατά κανόνα, τα διαλείμματα αυτά καλό είναι να μην υπερβαίνουν τα 10 λεπτά της ώρας. Μπορεί να περιλαμβάνουν οτιδήποτε ευχαριστεί το παιδί – συμπεριλαμβανομένης και της έντονης κινητικής δραστηριότητας – εκτός από ενασχόληση με ηλεκτρονικά μέσα, όπως η τηλεόραση, ο υπολογιστής, οι παιχνιδομηχανές κ.τ.ό.. Τα τελευταία απορροφούν υπερβολικά το ενδιαφέρον και την προσοχή του, με αποτέλεσμα το παιδί να δυσκολεύεται να επανέλθει στη μελέτη.
  • Αν το παιδί έχει ανάγκη από κινητική εκτόνωση, φροντίζουμε να τού αναθέτουμε συχνά καθήκοντα που θα του επιτρέψουν να εκτονωθεί κινητικά («Γιαννάκη, φέρε ένα ποτήρι νερό στη θεία σου!», «Θα με βοηθήσεις με το σφουγγάρισμα;»). Ακόμη και εν ώρα μελέτης ή μαθήματος, παρόμοιες «αποστολές» τον βοηθούν σε μεγάλο βαθμό να εκτονωθεί και να χαλαρώσει, ενώ παράλληλα τονώνουν την αυτοπεποίθησή του.
  • Γραπτές συμφωνίες ανάμεσα σε εμάς και το παιδί μπορεί να το βοηθήσουν περισσότερο στον έλεγχο της συμπεριφοράς του, σε σχέση με τα προφορικά «συμβόλαια». Ωστόσο, φροντίζουμε να υπενθυμίζουμε συχνά στο παιδί τη συμφωνία που έχουμε κάνει. Είναι απαραίτητο να ενισχύουμε το παιδί κάθε φορά που συμπεριφέρεται με τον επιθυμητό τρόπο. Η ενίσχυση θα πρέπει ωστόσο να μην περιορίζεται στην υλική «αμοιβή» που θα έχουμε συμφωνήσει από πριν μαζί του (π.χ. ένα πακέτο αυτοκόλλητα), αλλά να περιλαμβάνει και ηθική ενίσχυση, η οποία θα τονίζει τον πραγματικό σκοπό της επιθυμητής συμπεριφοράς (π.χ. «Μπράβο, Γιάννη! Διάβασες τα μαθήματά σου και αύριο θα καταλάβεις πολύ καλύτερα το επόμενο κεφάλαιο στη Γλώσσα!»
  • Είναι εξαιρετικά σημαντικό να τονίζουμε τα όσα καταφέρνει το παιδί, παραβλέποντας σφάλματα και αδυναμίες. Για παράδειγμα, επαινούμε τον μαθητή που γράφει για πρώτη φορά τις ασκήσεις του, παραβλέποντας τυχόν λάθη που έχει κάνει. Επιβραβεύοντας κάθε του προσπάθεια, όσο μικρή και αν είναι αυτή, τού προσφέρουμε βιώματα επιτυχίας, που με τη σειρά τους τον ενθαρρύνουν να προσπαθήσει ακόμα περισσότερο. Αντίθετα, η κριτική και η επισήμανση των σφαλμάτων και αδυναμιών του, τον αποθαρρύνουν σε μεγάλο βαθμό, καθώς – όπως ήδη είπαμε – έχει την τάση να ματαιώνεται εύκολα και να εγκαταλείπει.

Βαλίνα Ζάχου, Ειδική Παιδαγωγός, MSc

Αυτισμός

Ο Αυτισμός είναι μια σοβαρή αναπτυξιακή διαταραχή, που χαρακτηρίζεται από μειωμένη κοινωνική αλληλεπίδραση και επικοινωνία, καθώς και από περιορισμένη, επαναλαμβανόμενη και στερεότυπη συμπεριφορά.

Η αιτία του αυτισμού εξακολουθεί να παραμένει άγνωστη, παρά τις επίμονες μελέτες. Πιθανολογείται ότι ο αυτισμός είναι αποτέλεσμα ενός συνδυασμού διαφόρων αιτιών. Κάποιες έρευνες υποδεικνύουν νευρολογικό πρόβλημα, που επηρεάζει εκείνα τα τμήματα του εγκεφάλου, τα οποία επεξεργάζονται τη γλώσσα και τις πληροφορίες, που δίνουν οι αισθήσεις.

Προσβάλλει 1 στις 2.500 γεννήσεις. Σύμφωνα με πρόσφατες ευρωπαϊκές έρευνες τα ποσοστά των ατόμων που εμφανίζουν αναπτυξιακές διαταραχές του φάσματος του αυτισμού ανέρχονται σε 58 ανά 10.000 άτομα. Τα τελευταία δύο χρόνια, έχουν δημοσιευτεί μελέτες στην Αμερική που αναφέρουν ότι 1 ανά 88 παιδιά στο γενικό πληθυσμό έχουν διαγνωστεί με αυτισμό!

Στην Ελλάδα υπολογίζεται ότι υπάρχουν τουλάχιστον 5.000 παιδιά και ενήλικα άτομα με αυτισμό και 30.000 άτομα με αυτιστικού τύπου διαταραχές ανάπτυξης. Τα νούμερα αυτά ίσως είναι μικρά καθώς διευρύνεται η διαδικασία της διάγνωσης.

Ο αυτισμός παρουσιάζεται σε όλο τον κόσμο, σε όλες τις φυλές, τις εθνικότητες και τις κοινωνικές τάξεις. Τέσσερα στα πέντε άτομα με αυτισμό είναι αγόρια.

Εκτός από τα σοβαρά προβλήματα στη γλώσσα και τις κοινωνικές σχέσεις, τα άτομα με αυτισμό βιώνουν συχνά μια τρομερή υπερκινητικότητα ή ασυνήθιστη παθητικότητα στις καθημερινές τους δραστηριότητες, καθώς επίσης και στις σχέσεις τους με τους γονείς τους, τα μέλη της οικογένειας και τα άλλα άτομα.

Τα άτομα με αυτισμό απολαμβάνουν συχνά τις ίδιες ψυχαγωγικές δραστηριότητες με τα άτομα που δεν πάσχουν από κάποια αναπηρία. Συχνά, τους αρέσει η μουσική, το κολύμπι, η πεζοπορία, το τραγούδι, η ιππασία και άλλες δραστηριότητες.

Συχνά τα άτομα με αυτισμό μπορεί να έχουν ένα συγκεκριμένο ενδιαφέρον σε κάποια δραστηριότητα στην οποία γίνονται “expert“. Θέματα για συγκεκριμένα ενδιαφέροντα μπορεί να είναι τα αθλητικά νέα, οι διαδρομές των λεωφορείων, η γεωγραφία, οι μάρκες αυτοκίνητων,

Για άλλα άτομα, τα συγκεκριμένα ενδιαφέροντα μπορεί να είναι πράγματα που ερεθίζουν τις αισθήσεις τους, όπως για παράδειγμα το να βλέπουν το νερό να τρέχει, να ξεφυλλίζουν τις σελίδες ενός βιβλίου, να τρίβουν τα χέρια τους σε συγκεκριμένα υφάσματα.

Στον αυτισμό, τα προβλήματα συμπεριφοράς κυμαίνονται από πολύ σοβαρά έως πολύ ελαφριάς μορφής. Τα σοβαρά προβλήματα συμπεριφοράς εκδηλώνονται με τη μορφή ασυνήθιστης, επιθετικής και, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και αυτοκαταστροφικής συμπεριφοράς.

Αυτοί οι τρόποι συμπεριφοράς μπορεί να είναι επίμονοι και πολύ δύσκολο να αλλάξουν. Συχνά, όμως, ακόμα και άτομα που πάσχουν από ελαφριά μορφή αυτισμού έχουν σημαντικές δυσκολίες στην καθημερινή τους ζωή, λόγω των ελλείψεων τους στους τομείς της επικοινωνίας και των κοινωνικών σχέσεων.

Ο αυτισμός μπορεί να υπάρχει μόνος του ή σε συνδυασμό με άλλες αναπτυξιακές διαταραχές, όπως νοητική καθυστέρηση επιληψία, κώφωση, τύφλωση. Τα περισσότερα παιδιά με νοητική υστέρηση αναπτύσσουν ικανότητες με έναν ομοιογενή ρυθμό μάθησης, παρόλο που είναι πιο αργός από εκείνον των παιδιών της ίδιας ηλικίας.

Τα άτομα με αυτισμό παρουσιάζουν αποκλειστικά ανομοιογενή εξέλιξη ικανοτήτων. Τείνουν να έχουν ελλείψεις σε συγκεκριμένους τομείς, με πιο κοινή την δυσκολία τους να επικοινωνήσουν και να συνδεθούν με τους άλλους, ενώ συχνά αναπτύσσουν πολύ μεγαλύτερες ικανότητες σε κάποιους άλλους τομείς, ιδίως σε ότι αφορά τη μνήμη. Είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε τον αυτισμό από την νοητική καθυστέρηση ή από άλλες διαταραχές. Η λανθασμένη διάγνωση θα οδηγήσει σε λανθασμένη θεραπεία και εκπαίδευση.

Όπως συμβαίνει με τις περισσότερες διαταραχές της παιδικής ηλικίας, είναι σημαντικό να γίνει νωρίς η διάγνωση της διαταραχής, ο καθορισμός των σημείων όπου εντοπίζονται οι μεγαλύτερες δυσκολίες στο άτομο και έτσι να ξεκινήσει νωρίς  η αντιμετώπισή τους (πρώιμη παρέμβαση).

Μελέτες δείχνουν ότι όλα τα άτομα με αυτισμό μπορούν να βελτιωθούν σημαντικά με την κατάλληλη θεραπευτική και εκπαιδευτική αντιμετώπιση. Πολλά άτομα με αυτισμό δείχνουν τελικά μεγαλύτερη ανταπόκριση στους άλλους καθώς μαθαίνουν να κατανοούν τον κόσμο γύρω τους.

Άρτεμις Σπυροπούλου, Λογοθεραπεύτρια

Αυτισμός και Λογοθεραπεία

Δεν υπάρχει ένας και μοναδικός τρόπος θεραπείας για όλα τα παιδιά με αυτισμό, αλλά τα περισσότερα άτομα ανταποκρίνονται καλύτερα σε δομημένα συμπεριφορικά προγράμματα.

Το πρόγραμμα παρέμβασης για άτομα που βρίσκονται στο φάσμα του αυτισμού, εκτός των άλλων ειδικοτήτων όπως ψυχολόγο, νευρολόγο, εργοθεραπευτή κ.α. απαιτεί και την ενεργή συμμετοχή λογοθεραπευτή. Τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί η σημαντικότητα της λογοθεραπευτικής παρέμβασης στον αυτισμό.

Τα προβλήματα επικοινωνίας στα αυτιστικά παιδιά ποικίλουν σε κάποιο βαθμό και εξαρτώνται από την νοητική και κοινωνική ανάπτυξη του ατόμου. Ορισμένα μπορεί να μην μιλάνε καθόλου ενώ άλλα έχουν καλά ανεπτυγμένο λεξιλόγιο και μπορούν να μιλήσουν με διάρκεια για θέματα που τα ενδιαφέρουν.

Κάθε απόπειρα θεραπείας πρέπει να ξεκινήσει με αξιολόγηση των ατομικών ικανοτήτων ομιλίας του παιδιού από εκπαιδευμένους ειδικούς λόγου και ομιλίας. Αν και ορισμένα αυτιστικά παιδιά έχουν ελάχιστο ή καθόλου πρόβλημα στην προφορά λέξεων τα πιο πολλά αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην αποτελεσματική χρήση της γλώσσας.

Ακόμα και τα παιδιά που δεν έχουν πρόβλημα άρθρωσης παρουσιάζουν δυσκολίες στην πρακτική χρήση της γλώσσας όπως το να ξέρει τι να πει, πώς να το πει, και πότε να το πει καθώς και το πώς να αλληλεπιδράσει κοινωνικά με άλλους ανθρώπους. Πολλά που μιλούν συχνά λένε πράγματα που δεν έχουν περιεχόμενο ή πληροφορίες. Άλλα επαναλαμβάνουν αυτολεξεί ότι έχουν ακούσει (ηχολαλία) ή επαναλαμβάνουν άσχετα κείμενα που έχουν απομνημονεύσει. Ορισμένα αυτιστικά παιδιά μιλούν με υψηλό τόνο φωνής ή χρησιμοποιούν ρομποτικό ήχο ομιλίας.

Δύο δεξιότητες που θα πρέπει να προϋπάρχουν για την ανάπτυξη της γλώσσας είναι η συνδυαστική προσοχή (joint attention) και η κοινωνική πρωτοβουλία (social initiation). Η joint attention περιλαμβάνει εστίαση με το βλέμμα και χειρονομίες αναφοράς, όπως το να εστιάζεις σε αντικείμενα (pointing), το δείξιμο και το να δίνεις. Τα παιδιά με αυτισμό υστερούν στην κοινωνική πρωτοβουλία όπως το να κάνουν ερωτήσεις.

Δηλαδή δεν παρεμβαίνουν, δεν “πετάγονται”, δεν παρεμβάλλονται σε συνομιλίες και έτσι αποτυγχάνουν να χρησιμοποιήσουν την γλώσσα ως μέσο κοινωνικής αλληλεπίδρασης.

Αν και δεν έχει βρεθεί κάποια θεραπεία για την επιτυχή βελτίωση της επικοινωνίας, η καλύτερη θεραπευτική προσέγγιση ξεκινάει νωρίς κατά την προσχολική ηλικία, είναι ατομικά φτιαγμένη, και περιλαμβάνει και τους γονείς μαζί με τους ειδικούς. Σκοπός είναι να βελτιώνεται συνεχώς η χρήσιμη επικοινωνία.

Πρέπει να γίνονται αξιολογήσεις ανά διαστήματα, προκειμένου να βρεθούν οι καλύτερες εξατομικευμένες προσεγγίσεις και να επαναπροσδιοριστούν οι στόχοι για περαιτέρω βελτίωση.

Σε ποιους τομείς μπορεί ο λογοθεραπευτής να βοηθήσει το παιδί;

Αρχικά, ο λογοθεραπευτής μπορεί να δουλέψει με το παιδί σε ποικίλα περιβάλλοντα, όπως το σπίτι ή το σχολείο, σε μικρές ομάδες μαζί με άλλα παιδιά ή και σε ατομικές συνεδρίες. Ο λογοθεραπευτής μπορεί να βοηθήσει το παιδί βελτιώνοντας την ομιλία, τον γραπτό λόγο, τις κοινωνικές δεξιότητες ή ακόμη να αναπτύξει έναν εναλλακτικό τρόπο επικοινωνίας.

Πιο αναλυτικά η λογοθεραπευτική προσέγγιση μπορεί να βοηθήσει το παιδί:

  • Στην σχέση του παιδιού με τους γύρω του (επικοινωνία)
  • Βελτιώνοντας την ‘παρατήρηση από κοινού’ (πχ. με το να μπορεί να δίνει προσοχή σε ένα αντικείμενο συγχρόνως με κάποιον άλλον)
  • Αναπτύσσοντας κοινωνική πρωτοβουλία (πχ. να μπορεί να αρχίσει έναν διάλογο)
  • Με το να κατανοεί και να χρησιμοποιεί μη λεκτικά στοιχεία της γλώσσας, όπως χειρονομίες και εκφράσεις για να επικοινωνεί επαρκώς, πχ. να κατανοεί γιατί ο άλλος κουνάει το κεφάλι του προς τα κάτω (καταφατική απόκριση)
  • Με το να ακολουθεί οδηγίες, πχ. από την δασκάλα του κατά την διάρκεια του μαθήματος στην τάξη («βγάλε το βιβλίο σου», «κλείσε την πόρτα» κ.ά.)
  • Να κατανοεί και να βάζει τον εαυτό του την θέση του άλλου (theory of mind), πχ. να κατανοεί ότι στο άλλο παιδί που παίζουν μαζί μπορεί να μην αρέσουν τα ίδια παιχνίδια.
  • Να μειώσει επαναληπτικές (εμμονικές) συμπεριφορές, πχ. να κάνει στροφές γύρω από τον εαυτό του, να θέλει να παίζει με ένα συγκεκριμένο αυτοκινητάκι κτλ .
  • Με το να βελτιώσει την βλεμματική επαφή, πχ. να μπορεί να κοιτάει την μητέρα του όταν αυτή του απευθύνει τον λόγο
  • Με το να συμμετάσχει ενεργά σε διάλογο κάνοντας ερωτήσεις
  • Να μπορεί να απαντήσει ορθά σε ερωτήσεις και να μην ξεφεύγει από το θέμα
  • Να γνωρίζει πότε μπορεί να ξεκινήσει έναν διάλογο και πότε μπορεί/πρέπει να τον σταματήσει
  • Μειώνοντας τον «ρομποτικό» ήχο ομιλίας ή/και την ηχολαλία.
  • Στον γραπτό λόγο και στην ανάγνωση (πάντα σε απόλυτη συνεργασία με τον ειδικό παιδαγωγό και τον εργοθεραπευτή)
  • Με το να μπορεί να διαβάζει ένα βιβλίο, να συγκεντρώνει τις απαραίτητες πληροφορίες και να λέει ιστορίες βάσει αυτού
  • Γράφοντας γράμματα, λέξεις και προτάσεις.
  • Στην δημιουργία και χρήση εναλλακτικού τρόπου επικοινωνίας όπως:
  1. Νοηματική γλώσσα
  2. Σύστημα επικοινωνίας μέσω εικόνων
  3. Σύστημα επικοινωνίας με ηλεκτρονικά μέσα, για παράδειγμα Η/Υ, tablet, κινητό τηλέφωνο και άλλα ηλεκτρονικά μέσα σχεδιασμένα ειδικά για τον σκοπό αυτό.

Άρτεμις Σπυροπούλου, Λογοθεραπεύτρια

Λογοθεραπεία Ταξιδιάρικες Ασκήσεις

Οι διαδρομές με το αυτοκίνητο συνήθως αποτελούν μια βαρετή διαδικασία στην καθημερινότητα των παιδιών πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μετακινήσεις που απαιτούν αρκετή ώρα μέσα στο αυτοκίνητο πχ όταν πηγαίνουμε ένα ταξίδι. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να διασκεδάσετε με το παιδί σας ενισχύοντας την φαντασία, την μνήμη και την προσοχή του.

  • Μάντεψε….

Ζητάμε από το παιδί να μαντεύει πράγματα που αφορούν τον δρόμο ή την διαδρομή π.χ. «Πόσο γρήγορα τρέχουμε;», «Στην επόμενη στροφή θα στρίψουμε δεξιά ή αριστερά;» «Σε τι χρώμα θα πετύχουμε το επόμενο φανάρι που θα συναντήσουμε;»

Επίσης μπορούμε να παίξουμε διάφορα παιχνίδια κατηγοριών όπως «Ποιος ή τι είμαι». Διαλέγουμε μια κατηγορία π.χ. ζώα και το παιδί μας κάνει ερωτήσεις, εμείς μπορούμε να απαντάμε μόνο με ναι ή όχι.

  • Ας φτιάξουμε μια μεγάλη «αλυσίδα»

Ένας από εσάς λέει μια λέξη, για παράδειγμα «καμήλα». Ο επόμενος λέει μια λέξη που σχετίζεται με την πρώτη, για παράδειγμα «έρημος» κτλ.

  • Το σεντούκι της γιαγιάς μου

Ξεκινάτε λέγοντας «το σεντούκι της γιαγιάς μου έχει π.χ. ένα μολύβι». Ο επόμενος συνεχίζει «το σεντούκι της γιαγιάς μου έχει  ένα μολύβι και ένα κλουβί». Προσθέτει ο καθένας από μία λέξη αφού πρώτα πει αυτά που έχουν πει η προηγούμενοι.

 

Γλωσσικά παιχνίδια εντοπισμού

  • «Εγώ βλέπω». Χρησιμοποιήστε χρώματα αντί για γράμματα. Επιλέξτε ένα χρώμα. Ο πρώτος από εσάς που θα εντοπίσει ένα αμάξι με αυτό το χρώμα επιλέγει το επόμενο χρώμα.
  • Τι ζώο θα είναι το επόμενο που θα δούμε;
  • Φωνάξτε «τικ-τικ» όταν δείτε ταχυδρομικό κουτί και «ντριν-ντριν» όταν δείτε τηλεφωνικό θάλαμο/φανάρι. Ο πρώτος από εσάς που θα εντοπίσει οποιοδήποτε από τα δύο νικάει.
  • Σταυρώστε τα δάκτυλά σας αν δείτε κάτι που έχετε ορίσει ως στόχο εκ των προτέρων: π.χ. ασθενοφόρο ή αντλία της πυροσβεστικής.

Ας φτιάξουμε μια ιστορία

Ένας από εσάς ξεκινάει να λέει μια ιστορία. Οι άλλοι εναλλάξ πρέπει να προσθέσουν από ένα κομμάτι σε αυτή την ιστορία.

 

Προτείνει η Άρτεμις Σπυροπούλου, Λογοθεραπεύτρια

Στοματοπροσωπικές Ασκήσεις

Η στοματο-κινητική (στοματο-προσωπική) θεραπεία εφαρμόζεται με στόχο την ενίσχυση των δεξιοτήτων του στόματος, απαραίτητων για την σωστή ανάπτυξη της ομιλίας και της σίτισης. Οι δεξιότητες του στόματος περιλαμβάνουν την ενδυνάμωση, την κινητικότητα και τον συντονισμό των χειλιών, των μάγουλων, της γλώσσας και της γνάθου. Αποτελούν μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας σε περιπτώσεις αρθρωτικών διαταραχών, δυσαρθρίας, στοματικής αναπνοής και διαταραχών ομιλίας μετά από κάποια νευρολογική πάθηση ή κάκωση γενικά.

Οι παρακάτω ασκήσεις είναι απλές και εφαρμόσιμες στην καθημερινότητα. Σημειώστε ότι δεν αντικαθιστούν την θεραπευτική διαδικασία και αποτελούν απλώς ένα βοήθημα, ένα εργαλείο για ευκολότερη υπενθύμιση στο σπίτι. Επίσης δεν αποκαθιστούν πιθανές δυσκολίες στην άρθρωση.

Χείλη

Οι ασκήσεις που ακολουθούν βοηθούν το παιδί να αποκτήσει μεγαλύτερη επίγνωση των κινήσεων στα χείλη και να βελτιώσει τον συντονισμό τους. Ζητάμε από το παιδί:

Να σουφρώσει τα χείλη (σαν να στέλνει φιλί).

Να χαμογελάσει με κλειστό το στόμα.

Να κάνει φούσκες με σαπούνι.

Να φυσήξει βαμβάκι στην επιφάνεια του τραπεζιού.

Να σβήσει ένα μικρό κεράκι.

Να σβήσει ένα κερί φυσώντας μέσα από ένα καλαμάκι.

Να κινήσει ένα λεπτό χαρτί (χαρτί υγείας κτλ.) φυσώντας μέσα από ένα καλαμάκι.

Να κινήσει ένα μπαλάκι από χαρτί ( μικρό)  φυσώντας μέσα από ένα καλαμάκι.

Να κρατήσει ένα μολύβι ανάμεσα στο πάνω χείλος και τη μύτη του.

 

Γλώσσα

Οι ασκήσεις που ακολουθούν βοηθούν στον έλεγχο της κίνησης και τον συντονισμό της γλώσσας.

Ζητάμε από το παιδί να βγάλει την γλώσσα έξω και να προσπαθήσει να ακουμπήσει την μύτη του και μετά το πιγούνι του. Προσέχουμε το στόμα να μείνει ανοιχτό.

Να κινήσει γρήγορα τη γλώσσα του από το ένα άκρο του στόματος στο άλλο και χωρίς να αγγίζει το πάνω ή το κάτω χείλος.

Ζητήστε από το παιδί να βγάλει έξω τη γλώσσα του. Τοποθετήστε τρούφα πάνω στη γλώσσα του και ενθαρρύνετε το παιδί να την κρατήσει έξω από το στόμα μέχρι να λιώσει η τρούφα.

Ζητήστε από το παιδί να κλείσει τα μάτια του. Τοποθετήστε στο στόμα του ένα μπισκότο τριγωνικού σχήματος και πείτε στο παιδί να αναγνωρίσει το σχήμα.

 

Άρτεμις Σπυροπούλου, Λογοθεραπεύτρια

Ορόσημα Ανάπτυξης στις Ηλικίες 2-5 Ετών

Επειδή κάθε παιδί αναπτύσσεται με το δικό του ιδιαίτερο τρόπο, είναι αδύνατο να πει κανείς ακριβώς πότε ή πώς το παιδί σας θα αναπτύξει τέλεια μια συγκεκριμένη δεξιότητα. Τα αναπτυξιακά ορόσημα μπορούν να σας δώσουν μια γενική ιδέα για τις αλλαγές που μπορείτε να περιμένετε, αλλά μην ανησυχήσετε αν η ανάπτυξη του μωρού σας έχει μια ελαφρώς διαφορετική πορεία.

Από τη γέννηση ενός παιδιού και μέχρι την ηλικία των 5 ετών εξελίσσονται τα πιο σημαντικά στάδια ανάπτυξης τα οποία θα σηματοδοτήσουν τη μετέπειτα εξέλιξη του παιδιού σε διάφορους τομείς. Τα στάδια ανάπτυξης αφορούν κυρίως τον συναισθηματικό, οπτικοκινητικό, γλωσσικό, γνωστικό και κοινωνικό τομέα. Είναι πολύ σημαντικό για ένα παιδί να το παροτρύνουμε να μάθει να αυτοεξυπηρετείται από πολύ μικρή ηλικία. Αυτό θα το βοηθήσει σε όλη την μετέπειτα ζωή του σε πολλούς τομείς όπως,

  • λεπτή κινητικότητα
  • αδρή κινητικότητα
  • λόγος
  • κοινωνικοποίηση

Όπως μπορεί να καταλάβει κανείς τόσο η αδρή όσο και η λεπτή κινητικότητα είναι απαραίτητα «εφόδια» στην μετέπειτα ανάπτυξη του παιδιού και η ανάπτυξη τους ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Το σίγουρο είναι ότι το να μάθει να αυτοεξυπηρετείται απαιτεί από τους γονείς πλεόνασμα υπομονής, χρόνου και κόπου. Αλλά να είστε βέβαιοι ότι οι προσπάθειες που κάνετε τώρα, όταν το παιδί προσπαθεί να ζήσει με μεγαλύτερη αυτονομία όλες τις πτυχές της ζωής του θα ανταμειφθούν. Η νέα κατάκτηση θα εδραιωθεί γρήγορα και το πέρασμα θα γίνει με τρόπο ουσιαστικά «ανώδυνο».

2-3 ετών

Κίνηση

  1. Το παιδί ανεβαίνει – κατεβαίνει σκάλες με βοήθεια.
  2. Κάνει πηδηματάκια επιτόπου στο πάτωμα.
  3. Ανοίγει πόρτες. Γυρίζει πόμολα και χερούλια.
  4. Σκαρφαλώνει στα έπιπλα.
  5. Χτίζει πύργο με 6 κύβους.
  6. Πιάνει το μολύβι με τον αντίχειρα και τον δείκτη, ακουμπώντας το στο μέσο.

Κοινωνικότητα, Αντίληψη

  1. Αντιγράφει αυτά που κάνουν οι μεγάλοι.
  2. Διαλέγει τα παιχνίδια του. Ξέρει να τα χρησιμοποιεί σωστά.
  3. Λέει ότι θέλει να ουρήσει.
  4. Φτιάχνει puzzle με 3 κομμάτια.
  5. Αντιγράφει κύκλο.
  6. Ταυτίζει 3 χρώματα.
  7. Συνεργάζεται με αυτό που του λέει ο γονιός, τις μισές περίπου φορές.
  8. Κάθεται να ακούσει μουσική ή ένα παραμύθι για 5-10 λεπτά.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

  1. Ελέγχει την σιελόρροια.
  2. Τρώει μόνο του με το κουτάλι και πίνει νερό από το ποτήρι, λερώνοντας λίγο.
  3. Πίνει το γάλα του από ποτηράκι και χρησιμοποιεί καλαμάκι. Έχει κόψει το μπιμπερό.
  4. Πλένει, σκουπίζει τα χέρια του
  5. Βουρτσίζει τα δόντια του μιμούμενο.
  6. Βάζει τα παπούτσια του.
  7. Βγάζει κάλτσες, παπούτσια, παντελόνι.
  8. Βάζει κάλτσες, μπουφάν ή ζακέτα.

Λόγος

  1. Χρησιμοποιεί μια λέξη για να εκφράσει την ανάγκη του για την τουαλέτα.
  2. Χρησιμοποιεί το πρώτο πρόσωπο του ενικού, όταν αναφέρεται σε κάτι που κάνει το ίδιο τη στιγμή που μιλάει (πχ. παίζω, τρώω).
  3. Το παιδί ρωτά συνεχώς ερωτήσεις. Τι είναι αυτό, τι είναι το άλλο κτλ.
  4. Χρησιμοποιεί φράσεις 2 λέξεων.

 

3-4 ετών

 

Κίνηση

  1. Το παιδί στέκεται στο ένα πόδι για λίγη ώρα.
  2. Κάνει ποδήλατο με τρεις ρόδες.
  3. Χτίζει πύργο με εννέα κύβους.
  4. Κάνει ψαλιδιές.
  5. Ανεβαίνει σκάλες, ένα πόδι στο κάθε σκαλί.
  6. Πιάνει με τα δυο του χέρια μια μπάλα όταν του την πετάνε.

Κοινωνικότητα, Αντίληψη

  1. Ξέρει να διακρίνει το μεγάλο, το μικρό.
  2. Ονομάζει τις εικόνες που βλέπει σε παιδικά βιβλία.
  3. Γνωρίζει τη μέρα από τη νύκτα.
  4. Κάνει αυτό που του ζητάνε 3 στις 4 φορές.
  5. Μετράει ως το 3.
  6. Προσθέτει χέρια ή πόδια σε μισοτελειωμένο άνθρωπο.
  7. Ονομάζει 3 χρώματα.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

  1. Το παιδί ελέγχει τους σφιγκτήρες (παραμένουν στεγνά – ελέγχουν την αφόδευση) κατά τη διάρκεια της ημέρας.
  2. Πολλά παιδιά ελέγχουν τους σφιγκτήρες και τη νύκτα.
  3. Έχει κόψει την πιπίλα.
  4. Τρώει τελείως ανεξάρτητα όλα τα γεύματα.
  5. Ρουφάει με καλαμάκι.
  6. Ντύνεται μόνο του με βοήθεια στις μπλούζες και τα κουμπώματα.

Λόγος

  1. Εκτελεί 2 μη σχετικές εντολές στη σειρά.
  2. Λέει το όνομα του.
  3. Μιλάει για τις πρόσφατες εμπειρίες του.
  4. Περιγράφει πως χρησιμοποιούμε μερικά γνώριμα του αντικείμενα.

 

4-5 ετών

Κίνηση

  1. Το παιδί κάνει κουτσό.
  2. Κατεβαίνει σκάλες, ένα πόδι σε κάθε σκαλί.
  3. Χρησιμοποιεί ψαλίδι.
  4. Κρατά μολύβι σχετικά καλά.
  5. Μπορεί να ζωγραφίσει ένα άτομο (κεφάλι, χέρια, πόδια).

Κοινωνικότητα, Αντίληψη

  1. Το παιδί μετράει μέχρι το δέκα.
  2. Αναγνωρίσει 3-4 χρώματα.
  3. Αναγνωρίζει σταυρούς, τρίγωνα, κύκλους, τετράγωνα.
  4. Μπορεί να αντιληφθεί συναισθήματα όπως λύπη, θυμό, φόβο.
  5. Ζητάει βοήθεια όταν δυσκολεύεται σε κάτι.
  6. Έχει κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά έξω από τον χώρο του σπιτιού.
  7. Ονομάζει 8 χρώματα και λέει το χρώμα αντικειμένου που του αναφέρουν.

Δραστηριότητες καθημερινής ζωής

  1. Πλένει τα δόντια του μόνο του.
  2. Ντύνεται τελείως ανεξάρτητα.
  3. Κουμπώνει και ξεκουμπώνει μεγάλα κουμπιά.
  4. Πηγαίνει στην τουαλέτα εγκαίρως, γδύνεται, σκουπίζεται, τραβάει το νερό και ξαναντύνεται χωρίς βοήθεια.

Λόγος

  1. Εκτελεί 3 εντολές στη σειρά.
  2. Χρησιμοποιεί το ‘θα’.
  3. Χρησιμοποιεί σύνθετες προτάσεις.
  4. Δείχνει το παράλογο σε μια εικόνα.
  5. Αφηγείται ένα γνωστό παραμύθι, χωρίς να βλέπει τις εικόνες για βοήθεια.

Αγγελική Κοντούκα, Εργοθεραπεύτρια

Δυσλεξία Μαθητών και Κοινωνικές Συνέπειες

Η δυσλεξία αποτελεί συχνό φαινόμενο  επιβράδυνσης της σχολικής προόδου ενός μαθητή, αλλά και καθυστέρησης της συνολικής μαθησιακής  διαδικασίας του ίδιου ανθρώπου γενικότερα.  Καθώς συνήθως διαγιγνώσκεται  σε σχολική πια ηλικία και αρκετές φορές σε μεγάλες τάξεις του δημοτικού σχολείου, οι επιπτώσεις στο άτομο, αλλά και στον οικογενειακό και κοινωνικό περίγυρό του είναι  εμφανείς, αλλά οι αιτίες δεν έχουν αντιμετωπιστεί.

Οι μαθητές με δυσλεξία δυσκολεύονται πολύ να μάθουν να ξεχωρίζουν πολλά γράμματα μεταξύ τους ή και να γράψουν ολοκληρωμένες  λέξεις και προτάσεις.  Συχνά διαβάζουν με αναστροφή συλλαβών ή ακόμη μπορούν και ν’αντιστρέψουν ολόκληρη λέξη.  Η ανάγνωση τους είναι ιδιαίτερα επίπονη διαδικασία και αυτό οδηγεί σε χαμηλή αυτοεκτίμηση και  ιδιαίτερο στρες κατά τη διάρκεια ενός απλού σχολικού προγράμματος  ή μιας γραπτής δοκιμασίας.  Συχνά δυσκολεύονται ν’ανακαλέσουν από μνήμης το περιεχόμενο του κειμένου, που μόλις διάβασαν.

Δυστυχώς τόσο οι συνομήλικοι μαθητές όσο και κάποιοι ενήλικες, δηλαδή  συχνά οι δάσκαλοι, αλλά και οι γονείς τους αδυνατώντας να αναγνωρίσουν τα συμπτώματα, αγνοούν την κύρια αίτια.  Το αποτέλεσμα είναι ο δυσλεκτικός μαθητής να δέχεται αυστηρή κριτική ως προς το επίπεδο αντίληψης  του, αλλά και της σχολικής επίδοσής του και οδηγείται σταδιακά  στην σχολική  αποτυχία και στην παραίτηση.

Ιστορικές προσωπικότητες όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν και ο Γκράχαμ Μπελ έπασχαν από δυσλεξία, ωστόσο αποτελούν φωτεινά παραδείγματα για να αντιληφθεί κάποιος ότι η δυσλεξία δεν είναι χαρακτηριστικό της  χαμηλής  νοημοσύνης.  Και αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό, διότι συχνά τα συμπτώματα της δεν γίνονται αντιληπτά και κατανοητά από γονείς και μη εξειδικευμένους  εκπαιδευτικούς, που θεωρούν ότι  ένα έξυπνο παιδί είναι αδύνατον να έχει δυσλεξία, και καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι απλά βαριέται, δεν ενδιαφέρεται, είναι ονειροπόλο και δεν προσέχει στην τάξη.

Αυτό που θα πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους είναι ότι δυσλεξία μπορεί να έχει το παιδί,  που συχνά καυγαδίζουμε μαζί του, γιατί ενώ  φαίνεται να μελετά, τελικά κάνει συνεχώς λάθη, δεν αποστηθίζει ποτέ κανένα κείμενο, παρά την προσπάθειά του, έχει αξιοζήλευτη προφορική έκφραση, αλλά τα γραπτά του δεν διαβάζονται λόγω ορθογραφικών λαθών ή άσχημου γραφικού χαρακτήρα.

Η δυσλεξία είναι κατά βάση ένας διαφορετικός τρόπος αντίληψης πραγμάτων.  Δεν ξεπερνιέται, αλλά με τη σωστή αντιμετώπιση από ομάδα ειδικών μπορεί να βελτιωθεί τόσο η εικόνα του μαθητή στο σχολικό περιβάλλον, όσο και η αυτοεκτίμησή του.  Και κατά συνέπεια η κοινωνική του συμπεριφορά.  Αποδοχή και δουλειά στη βάση του προβλήματος είναι  λοιπόν η λύση και όχι απόρριψη και  πίεση του κάθε μαθητή/τριας  με αυτό το θέμα.

Άννα Σκούρα, Ειδική Παιδαγωγός

Τραυλισμός

Τι είναι ο τραυλισμός

Ο τραυλισμός είναι μια από τις διαταραχές στη ροή της ομιλίας. Βασικά χαρακτηριστικά του αποτελούν οι επαναλήψεις συλλαβών ή φθόγγων μιας λέξης, τα μπλοκαρίσματα και οι επιμηκύνσεις.  Συνήθως οι γονείς αναφέρουν ότι το παιδί επαναλαμβάνει ή «κολλάει» στην προσπάθεια του να μιλήσει. Συχνά εκτός από τα προαναφερθέντα λεκτικά συμπτώματα εμφανίζονται και συνοδά χαρακτηριστικά, όπως η απώλεια βλεμματικής επαφής, κινήσεις της κεφαλής ή του σώματος και μυϊκές συσπάσεις. Πρόκειται για μια σύνθετη διαταραχή της οποίας η ακριβής αιτία είναι άγνωστη αλλά συνδυάζεται με πολλούς παράγοντες (γενετικούς, ψυχολογικούς, περιβαλλοντικούς και γλωσσικούς).

Πότε εκδηλώνεται

Η εκδήλωση του τραυλισμού γίνεται τα πρώτα χρόνια της ζωής του παιδιού στην ηλικία περίπου των 2-4,5 ετών. Σε αυτή την ηλικία, που ο λόγος εξελίσσεται ραγδαία, πολλά παιδιά παρουσιάζουν τον λεγόμενο ‘’φυσιολογικό τραυλισμό’’ και στη συνέχεια τον ξεπερνούν. Σε άλλες περιπτώσεις αυτά τα συμπτώματα συνιστούν την έναρξη του τραυλισμού που εμμένει στον χρόνο. Η εκδήλωση των συμπτωμάτων είναι είτε σταδιακή είτε απότομη.  Επιπλέον, σε περιόδους έντονων συναισθηματικών καταστάσεων (π,χ, έντονο άγχος, υπερβολικός ενθουσιασμός) τα συμπτώματα τείνουν να εμφανίζονται με μεγαλύτερη συχνότητα και ένταση.

Διάγνωση και θεραπεία του τραυλισμού

Όταν τα συμπτώματα επιμένουν και επηρεάζουν την επικοινωνία του ατόμου θα πρέπει να γίνεται επίσκεψη σε λογοθεραπευτή, εξειδικευμένο στις διαταραχές της ροής. Είναι απαραίτητη η ακριβής αξιολόγηση ώστε να γίνεται διαφοροδιάγνωση του τραυλισμού με άλλες διαταραχές στη ροή της ομιλίας (π.χ. ταχυλαλία) και να προτείνεται το καταλληλότερο θεραπευτικό πρόγραμμα. Ιδιαίτερα στα παιδιά απαιτείται η άμεση έναρξη θεραπείας για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση του τραυλισμού.

Η θεραπεία για τον τραυλισμό είναι πολυδιάστατη όπως και η  φύση του. Δεν υπάρχει μία και μοναδική λύση. Ανάλογα με την ηλικία του ατόμου (παιδί προσχολικής/ σχολικής ηλικίας, έφηβος, ενήλικας) και το είδος του τραυλισμού (ένταση, συμπτώματα) η θεραπεία είναι άμεση ή έμμεση και το πλάνο θεραπείας διαμορφώνεται σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε ατόμου.

 

Ευαγγελία Κολαζά,  Λογοθεραπεύτρια